Γιώργος Καγιαλίκος

Γιώργος Καγιαλίκος

Με μια κουβέντα ο Γιώργος Καγιαλίκος είναι εξαιρετικός νέος μελωδός, που από την δυτικότροπη αφετηρία γεφυρώνει με το ταλέντο του την ανατολική έμπνευση και βάση της λαϊκής μας μουσικής. Αφορμή της παρουσίασης-συνέντευξης είναι οι δυο πρόσφατες εργασίες του: «Αλκίνοος», κύκλος τραγουδιών για φωνή και πιάνο με τον Βασίλη Γισδάκη. Δέκα αποσπάσματα από ομότιτλο ποιητικό μονόλογο του Γιάννη Ευθυμιάδη. «Μυστικές γιορτές», η τρίτη δισκογραφική συνεργασία με τον στιχουργό Δημήτρη Λέντζο, δέκα τραγούδια με τους: Δώρου Δημοσθένους, Κώστα Θωμαΐδη, Πολυξένη Καράκογλου,  Ανδρέα Καρακότα, Πάνο Μπούσαλη, Νεοκλή Νεοφυτίδη, Απόστολο Ρίζο, Ιωάννα Φόρτη και Θανάση Χουλιαρά. Ο πρώτος ψηφιακός δίσκος (CD) βγαίνει τον Σεπτέμβριο του 2021, ο δεύτερος είναι φετινός, αμφότεροι κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Μετρονόμος.

Έχουμε ασχοληθεί με ολόκληρο το έργο του Γιώργου Καγιαλίκου, εννιά ως τώρα CD, δεν ξέρουμε αν θεωρείται πληθωρικό ή όχι, ας αφήσουμε να πάρει ο ίδιος θέση στην σχετική ερώτηση. Από την πρώτη του έκδοση μέχρι τις προειρημένες μάς αρέσει πολύ η ευρηματικότητα στις μελωδίες σε μια εποχή, που είναι πολύ της μόδας οι πανεύκολες επαναλήψεις και φανερές ή κρυφές αντιγραφές παλιότερων τροβαδούρων. Δουλεύει με έμπνευση, κατά τεκμήριο, το στιχουργικό και ποιητικό του υλικό και τελικά βγάζει με τον ή τον άλλο τρόπο όμορφα τραγούδια, που αποπνέουν μελωδικό νεωτερισμό αλλά με τα δυο πόδια πατούν στο παρελθόν για να απογειωθούν στον δικό τους κόσμο. Έχουμε την γνώμη ότι ο Καγιαλίκος ανήκει ήδη στην καινούρια βάρδια της μελωδικής χειροτεχνίας μας, που θα παίξει με αξιώσεις και στις επόμενες αξιολογήσεις του πανδαμάτορα καιρού, όσο και αν όλα αυτά είναι για όλους σχετικά, ρευστά και περίεργα.

                      

Όσο αφορά τον «Αλκίνοο» και τις «Μυστικές γιορτές», που ήταν το έναυσμα για αυτήν την συνομιλία μας, συστήνουμε αμφότερα τα έργα στους ακροατές. Το πρώτο έχει ένα ιδιαίτερο ερωτικό χρώμα, που το αποδίδει μοναδικά η φωνή του Γισδάκη, που και αυτόν θέλουμε να τον παρουσιάσουμε προσεχώς. Το δεύτερο είναι πολυσυλλεκτικός δίσκος με ωραία, σύγχρονα τραγούδια, τα δυο με… Ξυδάκικες και ένα… Κραουνάκιες απαλές αποχρώσεις. Δημιουργίες, που υπάρχουν και σήμερα σε εξίσου δύσκολες εποχές, αλλά θάβονται συστηματικά σχεδόν απ’ όλα τα ραδιοτηλεοπτικά και λοιπά βοθροκάναλα, που νομίζουν ότι  μάταια πως έτσι θα σβήσουν το σχετικά διαχρονικό μελωδικό πάθος και ταλέντο, που αιώνες ανθεί στο βασανισμένο Βαλκανικό τοπίο. Γενικά έχει μεγάλο ενδιαφέρον να ασχοληθεί συστηματικά με το έργο του Γιώργου Καγιαλίκου ο απαιτητικός ακροατής-εραστής της ελληνικής μουσικής. Και σταματάμε εδώ, γιατί όπως έχουμε πολλάκις ξαναπεί, ουδένα θέλουμε να πείσουμε και τα πολλά λόγια είναι φτώχεια και πρωτίστως αφαιρούν από την ουσία του έργου, που υποτίθεται θέλουν να προβάλλουν. Πριν του δώσουμε τον λόγο, ερανίζουμε το πλούσιο βιογραφικό του και σημειώνουμε τον λιτό και μεστό λόγο του.

Ο Γιώργος Καγιαλίκος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου 1974 και μεγάλωσε στο Γαλάτσι. Σπούδασε πιάνο και ανώτερα θεωρητικά με καθηγητές τους Κώστα Κλάββα, Δημήτρη Μακροπόδη και Τηλέμαχο Τάτση. Έχει συνθέσει κύκλους τραγουδιών, μουσική για το θέατρο, ορχηστρική και μουσική για πιάνο, όπως επίσης και παιδικά τραγούδια. Το 2011 κυκλοφόρησε την πρώτη δισκογραφική δουλειά, σε παραγωγή Νίκου Κυπουργού και την συμμετοχή της Έλλης Πασπαλά, με τίτλο «Εννέα Κρυμμένα Τραγούδια». Ο δεύτερος δίσκος κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2014 με τίτλο «Φυγή». Ερμηνεύουν: Μαρία Φαραντούρη, Δώρος Δημοσθένους, Γιάννης Λεκόπουλος, Λίλιαν Τσατσαρώνη. Τον Δεκέμβριο του 2015 κυκλοφόρησε η τρίτη δισκογραφική δουλειά σε βιβλίο-CD: «Και εσείς καλύτερα». Κύκλος επτά τραγουδιών εμπνευσμένα από παραμύθια, σε στίχους και μουσική του ίδιου, ερμηνεία της Λίλιαν Τσατσαρώνη και εικονογράφηση της Ζωής Νικητάκη.Την ίδια χρονιά συνεργάζεται με την Γιοβάννα, που επιστρέφει μετά από απουσία 30 χρόνων, με το τραγούδι «Έλα κόρη μου έλα μάτια μου», σε στίχους της ίδιας.

Με τον συνθέτη Νίκο Κυπουργό, που όπως λέει ο Γιώργος Καγιαλίκος τον βοήθησε στα πρώτου μελωδικά και δισκογραφικά βήματα.

Τον Δεκέμβριο του 2016 μελοποιεί ποιήματα του Γιάννη Ευθυμιάδη, κυκλοφορούν σε βιβλίο-CD: «Το Κρύσταλλο του κόσμου», δέκα τραγούδια με την Βικτωρίας Ταγκούλη. Το 2018 συνεργάζεται με τον στιχουργό Δημήτρη Λέντζο, δυο κύκλοι:  «Αιώνια Μέθη», με τους Πίτσα Παπαδοπούλου, Ανδρέα Καρακότα, Ευτυχία Μητρίτσα και «Μισοφέγγαρο κυδώνι», με τους Γιώργο Φλωράκη και Ιφιγένεια Κορολόγου. Τον Νοέμβριο του 2019 έγραψε μουσική και τραγούδια για την παιδική θεατρική παράσταση «Κατακλυσμός»  του Δημήτρη Λέντζου. Τον Ιανουάριο του 2020 έγραψε μουσική για την θεατρική παράσταση «Το όνομα του Ρόδου» του Ουμπέρτο Έκο. Τον Μάϊο του 2020 κυκλοφορεί την έβδομη δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Αυλαία» σε στίχους Ηλία Μάστορη, 11 τραγούδια με τους Παντελή Θαλασσινού, Μπάμπη Στόκα, Νίκο Ανδρουλάκη, Ευτυχία Μητρίτσα,  Κατερίνας Ντίνου και Ελένης Τζαγκαράκη. Τον Νοέμβριο του 2020 ηχογράφησε με τον πιανίστα Μάνο Κιτσικόπουλο έξι κομμάτια για πιάνο με τίτλο «After Touch». Έχει ενορχηστρώσει τους δίσκους: «Επτά μελωδικές ιστορίες»  και  «Τόπος Άγραφος» σε μουσική Μάρθας Μεναχέμ, «Το πρώτο βλέμμα» σε μουσική Ευτυχίας Μητρίτσα, «Μαύρη Παπαρούνα» σε μουσική Ιφιγένειας Κορολόγου και αρκετά ακόμη τραγούδια άλλων συνθετών. Tον Σεπτέμβριο του 2022 έγραψε τη μουσική για την θεατρική μεταφορά του  ποιητικού μονόλογου “Αλκίνοος” σε κείμενο και σκηνοθεσία του Γιάννη Ευθυμιάδη και ερμηνεία του Βαγγέλη Παπαδάκη. Ο λόγος τώρα στον Γιώργο Καγιαλίκο:

– Ας ξεκινήσουμε από τα τελευταία: «Μυστικές γιορτές» και «Αλκίνοος», πώς και γιατί προέκυψαν;

Επί της ουσίας είναι η συνέχεια της πολύχρονης συνεργασίας μου με δύο συγχρόνους ποιητές, με διαφορετικό τρόπο έκφρασης ο καθένας τους αλλά με αναγνωρίσιμη προσωπική γλώσσα. Ο «Αλκίνοος» του Γιάννη Ευθυμιάδη αρχικά εκδόθηκε ως ποιητικός μονόλογος και στην συνέχεια ως κύκλος τραγουδιών, με τη φωνή του Βασίλη Γισδάκη, τον Σεπτέμβρη του 2021. Οι «Μυστικές γιορτές» κυκλοφόρησαν αρχές του 2022 με δέκα μελοποιημένα ποιήματα του Δημήτρη Λέντζου. Και οι δύο δίσκοι κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις «Μετρονόμος».

Με την Μαρία Φαραντούρη.

– Διαφορετικοί δίσκοι  στο ύφος, την δομή, την σύνθεση, εν γένει την δημιουργία. Έχεις κάποιο σχόλιο; Ο συνθέτης αλωνίζει τεχνοτροπίες και ύφη;

Διαφορετικό ύφος και δομή έχει καταρχήν το υλικό των δύο ποιητών. Οι «Μυστικές γιορτές», αποτελούνται από αυτόνομα ποιήματα με έμμετρους ομοιοκατάληκτους στίχους, ενώ ο «Αλκίνοος» είναι ένα μακροσκελές ανομοιοκατάληκτο ποίημα δώδεκα σελίδων. Το ποιητικό κείμενο λειτουργεί ως οδηγός για τον τρόπο, που θα μελοποιηθεί. Θεωρώ πως στις λέξεις και τον ρυθμό τους κρύβονται τα στοιχεία, που ξεκλειδώνουν τις μελωδίες και δίνουν την ευκαιρία στον συνθέτη να ανακαλύψει νέους τρόπους έκφρασης. Σε κάθε περίπτωση όταν νιώθω πως το τελικό αποτέλεσμα υπηρετεί και αναδεικνύει την ποιητική ιδέα αισθάνομαι ικανοποιημένος.

– Πολυσυλλεκτικοί ή όχι δίσκοι; Με ποιο κριτήριο  λες ότι αυτός ο στίχος, μου πάει και θα τον μελοποιήσω;

Δίσκους με πολλούς ερμηνευτές, όταν είναι από  ένα στιχουργό και ένα συνθέτη, δεν τους θεωρώ πολυσυλλεκτικούς.  Έχω κάνει δίσκους με έναν ερμηνευτή, έχω κάνει δίσκο και με δέκα ερμηνευτές. Έχω κάνει κύκλους τραγουδιών με ένα στιχουργό και άλμπουμ CD με περισσότερους στιχουργούς. Δεν υπάρχει σωστό η λάθος αν κάθε φορά η επιλογή έχει μια αιτιολογία και κάποιο νόημα. Το κύριο κριτήριο για να μελοποιήσω κάτι είναι μου «μιλήσει» ο στίχος με την πρώτη ανάγνωση του. Αν δεν συμβεί αυτό, δεν επιμένω.

– Ως προς τις μελωδίες και τις ενορχηστρώσεις; Εδώ μάλλον είναι πιο δύσκολα τα πράγματα;

Έχω ηχογραφήσει σχεδόν το σύνολο των τραγουδιών και της οργανικής μουσικής, που έχω συνθέσει. Η καταγραφή, η ηχογράφηση και η έκδοση είναι απαραίτητα στοιχεία για την προβολή και κυρίως την επιβίωση κάθε μουσικού έργου καθώς του δίνει την ευκαιρία να επαναξιολογηθεί στο μέλλον. Με αυτή τη σκέψη κάθε τι, που γράφω και μου αρέσει είναι εξαρχής μέρος ενός συνόλου που πρόκειται να δισκογραφηθεί.

– Ερωτοτροπείς με δυτικότροπες δομές και ρυθμούς, γεφυρώνεις και την επιρροή της Ανατολής;

Θα έλεγα πως στις περισσότερες δουλειές μου πράγματι η επιλογή των οργάνων και το ύφος της ενορχήστρωσης παραπέμπουν στην Δύση, όμως  είναι αρκετές οι φορές που οι κλίμακες και οι ρυθμοί που χρησιμοποιώ ανήκουν στην μουσική της Ανατολής. Ο δίσκος «Αιώνια μέθη», για παράδειγμα, αποτελείται από λαϊκά τραγούδια, που στην ορχήστρα συνυπάρχει το γαλλικό κόρνο με το μπουζούκι γεφυρώνοντας έτσι δυο κόσμους, που για τα δικά μου αυτιά  δεν είναι ξένοι καθώς αντλώ έμπνευση και από τους δύο.

– Έχεις βγάλει 9 δίσκους. «Ουκ εν τω πολλώ το ευ»; Τί νομίζεις για την πληθωρική δημιουργία και πώς βλέπεις τους… ολιγογράφους;

Ναι, εννέα δίσκοι σε δώδεκα χρόνια συν μουσική και τραγούδια για τρεις θεατρικές παραστάσεις. Σήμερα οι περισσότεροι τραγουδιστές σπάνια βγάζουν δίσκο, εστιάζουν σε ένα μεμονωμένο τραγούδι μια στο τόσο, σύμφωνα με τους κανόνες των ραδιοφώνων με τις μεγάλες ακροαματικότητες. Αυτό μοιραία συμπαρασύρει και τους δημιουργούς με αποτέλεσμα να μην έχουν την πλούσια εργογραφία των παλαιότερων. Μέχρι και την δεκαετία του ΄80 οι συνθέτες μπορεί να κυκλοφορούσαν και δύο δίσκους το ίδιο έτος και αυτό ήταν φυσιολογικό. Έτσι μπορεί κανείς να μετρήσει στον κατάλογο τους δεκάδες κύκλους τραγουδιών συν την μουσική για θέατρο και κινηματογράφο. Είμαι αυτής της λογικής και πιστεύω πως ο δημιουργός πρέπει να ακολουθεί τον ρυθμό της έμπνευσής του, έξω από τους κανόνες του μάρκετινγκ. Συμφωνώ γενικά με την άποψη πως το καλό δεν βρίσκεται στο πολύ, αλλά δεν θεωρώ πως είναι πολύ για έναν συνθέτη να καταθέσει είκοσι – τριάντα έργα στην διάρκεια της ζωής του.

– Εν αρχή ην ο λόγος ή το μέλος;

Στα εκατόν πενήντα και πλέον τραγούδια, που έχω μελοποιήσει μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κάποιο στο οποίο να μπήκαν λόγια σε έτοιμη μελωδία. Δουλεύω πάντα πάνω σε στίχους ή ποιήματα, οπότε πιστεύω ότι εν αρχή ην ο λόγος.

– Στο έργο σου, που το θεωρώ εξαιρετικό, διαπιστώνω τελευταία επαναλήψεις εικόνων, όχι μόνο στην στιχουργία αλλά και μελωδικά…

Είμαι της άποψης πως κάθε δημιουργός πρέπει να αφήνει τα δικά του δακτυλικά (καλλιτεχνικά) αποτυπώματα, αποφεύγοντας, φυσικά, τις μανιέρες. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί όταν κάποιες μικρές εμμονές ενός καλλιτέχνη εμφανίζονται, με φειδώ, στο σύνολο του έργου του. Δεν είναι κάτι, που επιδιώκω συνειδητά αλλά όταν συμβαίνει δεν το αποφεύγω. Όσο περισσότερο έργο παράγεται τόσο περισσότερη προσοχή χρειάζεται σε αυτό το λεπτό θέμα. Ενδεχομένως λοιπόν κάποιες μελωδίες μου να έχουν χαρακτηριστικά διαστήματα και παρόμοιες πτώσεις με κάποιες άλλες ή και να έχω επαναλάβει μια μουσική εικόνα ηθελημένα ή και άθελα μου.

– Κάθε δημιουργός κλείνει ένα κύκλο και στον επόμενο κάνει ένα ξεκαθάρισμα και προχωρά παραπέρα;

Νομίζω πως αυτό είναι το σωστό και έχει μεγάλη σημασία να το κάνει κανείς, όταν νοιώσει πως είναι η κατάλληλη στιγμή. Αυτή η διαδικασία είναι μια ευκαιρία για τον δημιουργό και για απολογισμό αλλά και για να θέσει νέους στόχους. Επίσης κάποια στιγμή πρέπει να παίρνει κανείς και την γενναία απόφαση πως ήρθε η ώρα να σταματήσει, κλείνοντας τον τελευταίο του κύκλο. Αυτό είναι κάτι, που εμένα προσωπικά δεν με τρομάζει.

– Αλήθεια, πού νομίζεις ότι βρίσκεται σήμερα η ελληνική λαϊκή μουσική; Πού και πώς θα τοποθετούσες την  δημιουργία σου;

Το λαϊκό τραγούδι, όπως ορίστηκε τη περίοδο 1955 – 1975, δεν υπάρχει σήμερα. Αυτό είναι φυσιολογικό καθώς η κάθε εποχή δημιουργεί την δική της μουσική. Σπάνια όμως σήμερα ακούς τραγούδια με απλή γλώσσα, χωρίς επιτηδευμένες λέξεις και εκφράσεις, που να πραγματεύονται θέματα της ελληνικής κοινωνικής πραγματικότητας. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν γράφονται. Είναι παράλογο να ισχυριστούμε πως λείπει η ποιότητα και το ταλέντο και είναι σίγουρο πως και σήμερα γράφονται σπουδαία τραγούδια, που απευθύνονται  στα ευρύτερα λαϊκά, και όχι μόνο, στρώματα. Το ότι αυτά δεν προβάλλονται και δεν φτάνουν στον κόσμο οφείλεται στην αδιαφορία και τους αποκλεισμούς κάποιων μέσων ενημέρωσης. Όσο αφορά την δική μου δημιουργία θα έλεγα πως υπηρετώ το Έντεχνο, γνωρίζοντας πως αυτός όρος είναι παρεξηγήσιμος, ένα είδος, που υπάγεται στο Ελληνικό Αστικό Λαϊκό Τραγούδι.

                     

– Ουδείς βιοπορίζεται σήμερα από την μουσική και αυτοχρηματοδοτούμαι τα έργα μας. Νομίζεις αξίζει, ποιο το μέλλον της  μουσικής δημιουργίας;

Πάντα ήταν δύσκολο ένας δημιουργός να βιοποριστεί από το έργο του, αλλά όσο ο  άνθρωπος έχει την ανάγκη να εκφραστεί δημιουργικά πάντοτε θα βρίσκει τον τρόπο. Πλέον οι λίγες δισκογραφικές εταιρείες κάνουν παραγωγές με έξοδα των δημιουργών. Με την εξέλιξη της τεχνολογίας όμως άνοιξαν νέοι δρόμοι για την ηχογράφηση την παραγωγή και την διάδοση της μουσικής. Το παρόν και το μέλλον ανήκει στο διαδίκτυο, με τα καλά του και τα στραβά του, και είναι στο χέρι του καθενός να το χρησιμοποιήσει προς όφελος του.

– Τί θα έλεγες σε εκκολαπτόμενο συνθέτη, να τα παρατήσει, να κάνει κάτι πιο επικερδές ή να επιμείνει;

Καταρχήν θα τον ρωτούσα ποια είναι τα κίνητρά του στο να ασχοληθεί με την σύνθεση. Αν είναι για να βγάλει χρήματα δεν θα το συνιστούσα. Νομίζω, όμως, πως κανείς στην αρχή δεν σκέφτεται κάτι τέτοιο και όταν στην πορεία συνειδητοποιεί πως αυτό δεν είναι εύκολο αυτοί, που συνεχίζουν το κάνουν είτε από αγάπη για την μουσική, είτε γιατί πιστεύουν πως έχουν ένα χάρισμα και θέλουν να το μοιραστούν, άλλοι για πνευματική εξάσκηση και άλλοι από απλή ματαιοδοξία. Κανείς, όμως, δεν μπορεί να στερήσει και να αποτρέψει από κάποιον την πραγματοποίηση του ονείρου, που θέλει τον δημιουργό να ζει από το έργο του χωρίς συμβιβασμούς.

– Τα τραγούδια σου τα υποστηρίζουν οι τραγουδιστές ή τα λένε άπαξ να τα έχουν στο βιογραφικό και μετά βαθύ συρτάρι;

Οι περισσότεροι τραγουδιστές δεν υποστηρίζουν καινούργια τραγούδια όχι μόνο σε συναυλίες αλλά και ούτε σε επίπεδο επικοινωνίας. Πολύ περισσότερο εκείνοι, που καλούνται να κάνουν συμμετοχή σε κάποιον δίσκο. Στις συναυλίες τους επιμένουν στα παλιά και δοκιμασμένα τραγούδια για ευνόητους λόγους. Φυσικά, πάντα υπάρχουν οι εξαιρέσεις, ερμηνευτές, που στηρίζουν τα τραγούδια, που τους δίνονται, προσπαθούν να χτίσουν το δικό τους ρεπερτόριο διαλέγοντας τον δύσκολο δρόμο.

– Βρίσκει σήμερα ο συνθέτης χώρους και ιδιοκτήτες να παρουσιάζει αξιοπρεπώς τα έργα του; Και το κοινό ανταποκρίνεται;

Οι αξιόλογοι χώροι είναι λίγοι ακόμη και στην Αθήνα. Το δύσκολο όμως δεν είναι να βρει κανείς τον χώρο αλλά η ανταπόκριση του κοινού, που με όλα αυτά τα κοινωνικά προβλήματα το σκέφτεται δυο και τρεις φορές πριν αποφασίσει να πάει σε μια συναυλία. Μεγαλύτερο πρόβλημα, φυσικά, έχουν οι δημιουργοί και οι ερμηνευτές, που απευθύνονται σε ένα μη εξωστρεφές κοινό.

– Τα σχέδια σου.

Υπάρχει σε αναμονή μια δισκογραφική δουλειά, που περιμένει τον δρόμο της και κάποιες νέες συνεργασίες, που είναι σε αρχικό στάδιο. Αυτή την περίοδο κάνω μια εφ’ όλης της ύλης αυτοκριτική θέτοντας ερωτήματα στον εαυτό μου. Με τον καιρό αισθάνομαι πως οι επιλογές μου πρέπει να είναι πιο αυστηρές και ουσιαστικές. Πρέπει να αποφασίσω τί να πετάξω και τί να κρατήσω εστιάζοντας σε αυτό, που επιθυμώ κυρίως εγώ.