Δέσποινα Ραφαήλ: Φρέσκια φωνή!

Δέσποινα Ραφαήλ: Φρέσκια φωνή!

«Μικρά Καλοκαίρια», να ένας πολύ όμορφος δίσκος! Ο ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΑΧΑΙΡΑΣ με πλειάδα σύγχρονων στιχουργών, εκτός από σολίστας συνεχίζει με αξιώσεις και ταλέντο την λαϊκή μας μουσική χειροτεχνία. Μια νέα φωνή, η ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΡΑΦΑΗΛ στολίζει, ερμηνεύει αυτά τα δέκα τραγούδια. Δεν σας προτείνουμε μόνο ανεπιφύλακτα να τον απολαύσετε, να έχετε μέθεξη, αλλά και φροντίσαμε, ήταν ευκαιρία να μιλήσουμε με την τραγουδίστρια, τρόπον τινά να σας την συστήσουμε, γιατί πιστεύουμε ότι είναι για την ώρα πολύ ξεχωριστή, εκπέμπει φρέσκο φωνητικό συναίσθημα και ζωηρό αρμονικό χρώμα, για να το πούμε απλά, μας αρέσει, που την ακούμε σε συναυλίες και άλλες εκδηλώσεις. Να τα πιάσουμε από την αρχή…

Ο ΔΙΣΚΟΣ (CD). Με τον χιλιοειπωμένο εύλογο φόβο ότι η μουσική και το τραγούδι ποτέ δεν περιγράφονται, είναι μελωδικό αμάλγαμα, αληθινή γέφυρα παλιού και νέου, της προίκας με σύγχρονες αναζητήσεις, που καταλήγουν σε αισθητικά αξιόμαχο έργο. Πήξαμε πια στους ατάλαντους δημοσιοσχεσίτες καραγκιόζηδες, που τάχα αναζητούν εναγωνίως και μας πλασάρουν ην ανήκουστη μπούρδα, που βεβαίως την ξεγανώνουν, προβάλλουν  νυχθημερόν τα βοθροκάναλα. Και όμως λίγο πιο κάτω, εκεί, που σβήνουν οι κάμερες, κυλάει ο ποταμός του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού, πάντα πλούσιος και πολυειδής. Πόσο απλά, λαϊκά, ωραία ερωτικά τραγούδια, όπως το συναίσθημα, που εκφράζουν άρτια, όλα εδραιωμένα στην κοινωνία, ακτινοβολούν υγεία, χαρά αλλά και λύτρωση σε μια εποχή, που η ξενόδουλη εξουσία ανηλεώς μας ψεκάζει με δηλητηριώδη … καψουρόσκονη! «Τα μαγεμένα μάτια σου»  (στίχοι Κατερίνα Τσιρίδου). Μόνο ένα παράδειγμα, τ’ άλλα ανακαλύψτε τα. Μάλλον ακόμα ένα, που μας άρεσε πάρα πολύ! «Τα πάθη μου παράσημα» (στίχοι Δημήτρης Λέντζος). Δεν θέλει πολύ. Μόνο ταλέντο και μεράκι!

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΑΧΑΙΡΑΣ. Συνακόλουθα τα παραπάνω κυρίως αφορούν τον συνθέτη, που έχουμε παρουσιάσει και με άλλες ευκαιρίες. Μας τις δίνει συχνά. Ξέρει να γράφει ωραία τραγούδια, έχει μέσα του όμορφες μελωδίες, δυο, τρεις, τέσσερις «νότες», που βγάζουν σε ρωμαλέα σύνθεση, άμεσα εύληπτη, που θέλεις να τραγουδήσεις. Δεν έχει ακόμα πληθωρικό έργο αλλά οι 4-5 δίσκοι του διαθέτουν ισχυρό αισθητικό βάθρο και κοινωνικό υπόβαθρο. Θυμηθείτε το μνημειώδες: «Ο Διγενής στο Πέραμα» (Βαγγέλης Μαχαίρας-Δημήτρης Λέντζος-Βιολέτα Ίκαρη), δεν είναι μόνο υπέροχα τραγικό επικαιρικό άσμα, αλλά και θεωρούμε ότι συνιστά παγκόσμιο αριστούργημα. Ιδιαίτερη συγκίνηση για τον Βαγγέλη, τον Άρη Κούκο και τ’ άλλα παιδιά, που μαθήτευσαν στην παράδοση των Μιλαναίων του Βόλου! Ο Βαγγέλης και ο Άρης πάντα τιμούν έμπρακτα τον δάσκαλο  Στάθη Μιλάνο και το πιο σημαντικό, που το νοιώθουμε, ίσως, όσοι περάσαμε από την γραφική βολιώτικη «Σκάλα του Μιλάνου», στο έργο τους διαχέονται αυτά τα παλιά χρώματα και αρώματα κοσκινισμένα με το ταλέντο του καθένα. Θεωρούμε ότι αυτό είναι και είδος, ευχάριστης, δωρικής αισθητικής εκδίκησης της μουσικής παράδοσης των Μιλαναίων. Μπορεί ο μπάρμπα Στέφανος και τα παιδιά του να έμειναν κολλημένοι στον Βόλο, να μην τόλμησαν, να μην… Μπορεί οι χιλιάδες θαμώνες της «Σκάλας» και των Μιλάνων να μην αξιώθηκαν να ακουστούν πέρα από τους τοίχους της ταβέρνας… Αλλά τίποτα δεν πάει χαμένο. Οι τωρινοί συνεχιστές, εξαιρετικοί σολίστες, με τον τρόπο τους είναι σκυταλοδρόμοι και των δικών τους παλαιών πανάκριβων συναισθημάτων. Με … τέτοιο εξοπλισμό (παράδοση, ταλέντο και έμπνευση) δεν μπορεί παρά να γράφονται ωραία τραγούδια. Όχι για τα βοθροκάναλα, αλλά για μας τους εκλεκτούς, μερακλήδες χαροκόπους και κυρίως για τον πανδαμάτορα χρόνο, προίκα και στους επόμενους…

ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΡΑΦΑΗΛ. Τί να γράψεις για τα χρώματα μιας φωνής! Δεν έχει νόημα. Ο τραγουδιστής, η τραγουδίστρια ερμηνεύουν, ως γνωστό, στολίζουν, περνάνε στον κόσμο τα τραγούδια. Ξαναλέμε μόνο ότι από την πρώτη στιγμή, που ακούσαμε αυτήν την κοπέλα, μας αρέσει πάρα πολύ. Στα αλήθεια φρέσκια, πολύχρωμη φωνή! Πάνε 6-7 χρόνια, είναι πιτσιρίκα αλλά ξεκίνησε από μικρή. Νοιώθουμε ότι έχει ηχόχρωμα εξαιρετικό και πλούσιο, πολύ ενδιαφέρον συνδυασμός παλιών και νέων μελωδικών ζωγραφιών, με ευδιάκριτη, χαρακτηριστική φωνητική, ερμηνευτική υπογραφή, όσο κι αν είναι πολύ νωρίς ακόμα, αλλά η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί. Είναι και θέμα συγκυριών, συμπτώσεων, επιλογών. Κάναμε, είναι αλήθεια μακρά συζήτηση με την Δέσποινα ετοιμάζοντας την συνέντευξη. Για τις ευκαιρίες, τα μέσα, τα εμπόδια, τις παγίδες και τους συμβιβασμούς, τις επιλογές, τις… εύκολες λύσεις, τις εμπορικές σειρήνες κι άλλα πολλά, που αντιμετωπίζει στην καριέρα κάθε νέα τραγουδίστρια. Και μετά,  ερωτήσεις σκόπιμα εξαντλητικές,  πώς το λέει η παροιμία: «Βρήκαμε παπά…»! Θέλαμε, να παρουσιάσουμε αναλυτικά τις απόψεις της ως χαρακτηριστικό δείγμα. Πώς σκέπτονται τα εκτός κυκλώματος χαρισματικά παιδιά. Τέλος πάντων ο λόγος στην ίδια:

     Βαγγέλης Μαχαίρας και Δέσποινα Ραφαέλ από το φυλλάδιο του δίσκου.

Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

– «Μικρά καλοκαίρια», πώς προέκυψαν και γιατί;

«Τα “Μικρά καλοκαίρια” αποτελούν το πρώτο μου προσωπικό άλμπουμ, το οποίο περιλαμβάνει δέκα σύγχρονα λαϊκά τραγούδια. Την μουσική υπογράφει ο Βαγγέλης Μαχαίρας και τους στίχους οι: Μιχάλης Αβατάγγελος, Γιώργος Αθανασόπουλος, Βίκυ Γεροθόδωρου, Γιώργος Γκώνιας, Τασία Δικοπούλου, Δημήτρης Λέντζος, Εβίτα Σκουρλέτη, Σταύρος Σταύρου και Κατερίνα Τσιρίδου. Κυκλοφορεί από την FΜ Records σε όλες τις ψηφιακές, μουσικές πλατφόρμες, είναι επίσης διαθέσιμο και ως φυσικό προϊόν. Με τον Βαγγέλη Μαχαίρα συνεργαζόμαστε από το 2018. Παίζαμε ήδη μαζί σε κάποια μαγαζιά, όταν μία μέρα μου λέει: “Δέσποινα, έχω έτοιμα μερικά τραγούδια, που θεωρώ ότι θα σου ταίριαζαν. Θα ήθελες να τα ακούσεις κι αν σου αρέσουν να ηχογραφήσουμε και να κυκλοφορήσουμε κάποια”; Τα άκουσα, λοιπόν, και επέλεξα εκείνα, που μου άρεσαν και με εξέφραζαν περισσότερο. Έτσι, τα “μερικά τραγούδια” έγιναν ένας ολόκληρος δίσκος (CD). Υπήρξαν και ένα δύο κομμάτια, που δεν ήταν έτοιμα από πριν, αλλά γράφτηκαν στην πορεία. Δουλέψαμε και οι δύο πάρα πολύ, με ιδιαίτερη λεπτομέρεια, για ένα-όσο το δυνατόν-πιο άρτιο αποτέλεσμα και μάλιστα μέσα στην δύσκολη περίοδο της πανδημίας. Είμαι πολύ περήφανη για την δουλειά αυτή και εύχομαι ο κόσμος  να αγαπήσει αυτά τα τραγούδια όσο εμείς και παραπάνω».

 – Πώς κι έτσι, από φιλόλογος τραγουδίστρια;

«Όλα ξεκινούν το 2015. Μόλις έχω τελειώσει το σχολείο και έχω περάσει στην Φιλολογία της Αθήνας. Γνωρίζομαι με τον μουσικό παραγωγό Μωυσή Ασέρ και κάνω το πρώτο ντέμο για ένα τραγούδι αφιερωμένο στον Σταύρο Κουγιουµτζή, σε μουσική Νικήτα Βοστάνη και στίχους Μιχάλη Μπουρμπούλη. Από εκεί και πέρα, χωρίς να το πολυκαταλάβω, αρχίζει μια αλυσίδα γνωριμιών και συνεργασιών. Εκτός από τον Νικήτα Βοστάνη συνεργάζομαι με συνθέτες, όπως ο Βαγγέλης Μαχαίρας, ο Αντώνης Παπαγγελής, ο Τάσος Ζαφειρίου, τραγουδοποιούς, όπως ο Γιάννης Νικολάου, ο Βαγγέλης Κορακάκης, στιχουργούς και ποιητές, όπως ο Μιχάλης Μπουρμπούλης, ο Δημήτρης Λέντζος, η Βέρα Βασιλείου-Πέτσα, η Μάτα Αδαμογιάννη, ο Γιώργος Γκώνιας, η Τασία Δικοπούλου κ.ά., ορχήστρες, όπως η Εστουδιαντίνα Νέας Ιωνίας Μαγνησίας και τραγουδάω στο πλευρό πολύ σπουδαίων καλλιτεχνών, όπως η Πόπη Αστεριάδη, ο Θέμης Ανδρεάδης, ο Μπάμπης Τσέρτος, η Γλυκερία, ο Παντελής Θαλασσινός, η Φωτεινή Βελεσιώτου κ.ά. Κοντεύει να κλείσει σχεδόν μια δεκαετία… Αισθάνομαι ειλικρινά πολύ ευγνώμων για τις συνεργασίες αυτές, διότι καθεμιά τους έχει παίξει σημαντικό ρόλο στο πώς έχω διαμορφωθεί καλλιτεχνικά έως τώρα».

– Νέα τραγουδίστρια με ωραία φωνή πόσο εύκολα βρίσκει όμορφα τραγούδια; Ή λέει ό,τι νάναι, αρκεί να έχει ρεπερτόριο;

«Θεωρώ ότι οι δυσκολίες είναι πάνω κάτω ίδιες για όλες και όλους τους νεοεμφανιζόμενους. Ίσως για τις γυναίκες να είναι λίγο πιο περίπλοκα τα πράγματα γιατί δεν κρίνονται μόνο με βάση τις  φωνητικές και ερμηνευτικές τους δυνατότητες αλλά-πολλές φορές-και με βάση τα στερεότυπα της εξωτερικής εμφάνισης, του πώς πρέπει να στέκονται, να μιλούν, να φέρονται μέσα σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο, όπως είναι αυτός της μουσικής. Όσον αφορά στις καλλιτεχνικές επιλογές αυτές καθ’ εαυτές, όμορφα τραγούδια βρίσκονται, αρκεί να θέλεις να τα ανακαλύψεις. Πιστεύω πολύ σε αυτό, που λένε: “Ό,τι αναζητάς, σε αναζητά και την κατάλληλη στιγμή έρχεται να σε συναντήσει”. Το να χτίζει κάποιος τραγουδιστής ρεπερτόριο, που δεν τον εκφράζει, μόνο και μόνο για να υπάρχει στην δισκογραφία, θεωρώ πως είναι μια επιλογή,  που δεν τον πάει παρακάτω, ούτε αναδεικνύει την προσωπική του ταυτότητα. Ο κόσμος διαχρονικά αγαπά το αληθινό και το πηγαίο και σαφώς είναι ικανός να αντιληφθεί το αταίριαστο και το επιτηδευμένο».

– Ο συνθέτης επιλέγει τον τραγουδιστή ή το αντίθετο, με ποια κριτήρια;  Όλοι ή οι πλείστοι βγάζουν με αυτοχρηματοδότηση έργα μόνο για την παρέα τους;

«Θα έλεγα ότι η επιλογή είναι αμφίδρομη, είτε η ιδέα για συνεργασία προέρχεται από τον συνθέτη είτε από τον τραγουδιστή. Πιο συγκεκριμένα, ο συνθέτης επιλέγει να προτείνει τραγούδια σε κάποιον ερμηνευτή, που πιστεύει ότι θα τα στηρίξει και θα τα αποδώσει, όπως τα έχει στο μυαλό του, ενώ ο ερμηνευτής επιλέγει αν θα δεχτεί ή όχι. Αντίστροφα, ένας τραγουδιστής μπορεί να ζητήσει τραγούδια από κάποιον συνθέτη ή τραγουδοποιό και αυτός εν τέλει να επιλέξει ή όχι δισκογραφική σύμπραξη. Νομίζω πως πάρα πολλοί καλλιτέχνες σήμερα, ίσως και οι περισσότεροι, χρηματοδοτούν μόνοι  την δουλειά τους ή έστω μεγάλο μέρος αυτής στο πλαίσιο ανεξάρτητων παραγωγών, χωρίς την ανάμειξη κάποιας δισκογραφικής εταιρείας. Αυτό, φυσικά, σημαίνει τεράστιο οικονομικό κόστος αλλά και δεκαπλάσιο κόπο, καθώς όλοι μας λίγο πολύ καλούμαστε να μην είμαστε μόνο τραγουδιστές, αλλά και χορηγοί του εαυτού μας, ηχολήπτες, εικονολήπτες, υπεύθυνοι επικοινωνίας και πολλά άλλα, τα οποία κανονικά δεν αποτελούν αρμοδιότητές μας. Τώρα, ως προς την πορεία και τον βαθμό διάδοσης των τραγουδιών, όλα εξαρτώνται από το πού θέλει να φτάσει ο καθένας, πόσο πιστεύει στην δουλειά του και στις ικανότητές του και τί τον κάνει να αισθάνεται πλήρης. Άλλοι αρκούνται στο να δημιουργούν τραγούδια για να ευχαριστιούνται οι ίδιοι και οι δικοί τους άνθρωποι, άλλοι θέλουν να τα μοιράζονται με το ευρύτερο κοινό. Το κλειδί για μένα ούτως ή άλλως είναι να αγαπάς και να σέβεσαι αυτό, που κάνεις».

– Ποια είναι τα στοιχεία, που σε κάνουν να λες ότι αυτό το τραγούδι θέλω να το πω!

«Πρώτα ο στίχος, έπειτα η μελωδία. Σε δεύτερο επίπεδο και η ενορχήστρωση. Επίσης, βασικό ρόλο για μένα παίζουν και ορισμένα εξωμουσικά στοιχεία, όπως το να υπάρχει κοινός κώδικας επικοινωνίας, κοινή αισθητική και χημεία με τους δημιουργούς, όσο αυτό μπορεί να είναι εφικτό ως ένα βαθμό».

           

 – Επανεκτελέσεις παλιών ασμάτων ή έργο νέων ταλαντούχων συνθετών;

«Και τα δύο, με προτεραιότητα, φυσικά, στα καινούργια τραγούδια  κυρίως των νέων ανθρώπων και δημιουργών. Μπορεί κάποιοι από αυτούς να μην προβάλλονται τόσο όσο θα τους άξιζε, παρ’ όλα αυτά πιστεύω ότι υπάρχει πολύ καλό υλικό προς αξιοποίηση, το οποίο κάποια στιγμή θα βρει το δρόμο του και θα βγει προς τα έξω. Από την άλλη, οι επανεκτελέσεις έχουν κι αυτές την δική τους γοητεία, ειδικά όταν πρόκειται για πιο άγνωστα και ξεχασμένα τραγούδια, τα οποία με μία φρέσκια ματιά, θα μπορούσαν να διαδοθούν και να αγαπηθούν πολύ από το σημερινό κοινό. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ο μουσικός μας πλούτος είναι απεριόριστος και ότι δεν έχουμε εξαντλήσει όλο το παλιό ρεπερτόριο. Όλο και κάποιο κρυμμένο “διαμαντάκι” θα υπάρχει που ακόμα δεν έχουμε ανακαλύψει».

 – Οι σημερινοί τραγουδιστές δεν υποστηρίζουν τα νέα τους τραγούδια στο πάλκο ή σε συναυλίες,  προτιμούν την ασφάλεια παλιών σουξέ. Εσύ;  Πώς αντιδρά το κοινό σου;

«Όντως ορισμένες φορές παρατηρείται συστολή και φόβος, κυρίως νεοεμφανιζόμενων τραγουδιστών να δοκιμάσουν, να προσθέσουν περισσότερα δικά τους κομμάτια στα ζωντανά προγράμματά τους. Αν και αυτό δεν αποτελεί κανόνα. Υπάρχουν, θα έλεγα, πολλές περιπτώσεις καλλιτεχνών, οι οποίοι δεν το βάζουν κάτω και επιμένουν στο νέο υλικό. Από την άλλη, ωστόσο-αν και είναι πολύ σημαντικό αυτό-δεν αρκεί από μόνο του. Είναι απαραίτητος και ο ρόλος του ραδιοφώνου, το οποίο-κακά τα ψέματα- εξακολουθεί να κρατάει τα πρωτεία στην ευρεία διάδοση των τραγουδιών. Ο κόσμος δεν έχει πάντα την οικονομική δυνατότητα για εξόδους. Επομένως, πώς θα γνωρίσει το νέο ρεπερτόριο; Υπάρχουν βέβαια και τα social media, ιδιαίτερα το Tiktok, όπου μέσα από εύληπτα και σύντομα βίντεο, μπορεί κάποιο τραγούδι να ξεχωρίσει και να έχει σχετικά γρήγορη αναγνωρισιμότητα. Μετέπειτα όμως τί γίνεται; Μεγάλη κουβέντα… Προσωπικά, πάντα επιδιώκω να βάζω δικά μου τραγούδια στα ζωντανά προγράμματα. Κατά την άποψή μου, επιβάλλεται. Το κοινό, που έρχεται να μας ακούσει, περιμένει το νέο, το αποζητά. Αποκομίζω πάντοτε πολύ θετικές εντυπώσεις. Μάλιστα, υπάρχουν πολλοί, που με έχουν πλησιάσει και μου έχουν πει: “Τα δικά σας τραγούδια θέλουμε να ακούμε. Τα παλιά τα ξέρουμε πια”. Αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα και με ενθαρρύνει, διότι διαπιστώνω ότι ο ακροατής στηρίζει και αγκαλιάζει το καινούργιο, εφόσον του δοθεί η ευκαιρία να το γνωρίσει».

 – Το σύστημα εξουσίας προβάλλει διαφορετικά τραγούδια από αυτά, που λες εσύ. Μπορεί ο νέος τραγουδιστής να αγνοεί, σε ποιο βαθμό και για πόσο τα εμπορικά κυκλώματα;

«Προς το παρόν, εγώ προσωπικά, δεν έχω κληθεί να διαλέξω ανάμεσα σε κάτι πιο εμπορικό και σε κάτι που, τουλάχιστον, με την πρώτη ακρόαση θα έλεγε κανείς ότι δεν έχει την προοπτική του σουξέ. Επομένως, δεν θα μπορούσα να μιλήσω απόλυτα. Αναρωτιέμαι όμως ποια είναι αυτά τα σταθερά χαρακτηριστικά που ορίζουν μια εμπορική επιτυχία. Γιατί έχουμε άπειρα παραδείγματα τραγουδιών, τα οποία στην αρχή δεν πίστεψε κανείς, αλλά παρ’ όλα αυτά εκτοξεύτηκαν μετά από πολύ καιρό, έως και μετά από αρκετά χρόνια. Το να προσπαθήσει ένας νέος καλλιτέχνης να διεισδύσει μέσα σε ένα “εμπορικό κύκλωμα”, δεν εγγυάται απαραίτητα την επιτυχία. Το ζήτημα είναι πολυπαραγοντικό. Ο γνώμονας για μένα είναι τί σου αρέσει να κάνεις και να τραγουδάς. Μπορεί κάποια στιγμή να σου προταθεί τραγούδι από ένα τέτοιο κύκλωμα, να σου ταιριάζει και να το πεις, χωρίς να λογαριάσεις το μετέπειτα αποτέλεσμα. Είναι εξίσου, όμως,  πολύ πιθανό αυτό, που αρέσει σε σένα και σε εκφράζει στο μέγιστο, να αρέσει σε πολύ περισσότερο κόσμο απ’ όσο φαντάζεσαι και να κερδίζει μέρα με την μέρα έδαφος, με αποτέλεσμα να καταλήξει εμπορικό».

 …Κι όμως το μεγάλο, σχετικά διαχρονικό έργο βρίσκεται  ενάντια σε αυτά τα κυκλώματα. Είναι μοναχική η Μεγάλη Τέχνη και σέρνει δυσκολίες και προβλήματα. Αντίφαση μεγάλη για τραγουδιστή ή τραγουδίστρια με δεδομένο ότι δεν συνθέτει, λέει τραγούδια άλλων;

«Θα έλεγα ότι γενικώς η τέχνη είναι ένας μοναχικός δρόμος, αν και ο καλλιτέχνης και ιδιαίτερα ο τραγουδιστής συναναστρέφεται συχνά με πολύ κόσμο και εκτίθεται περισσότερο. Εκτός σκηνής, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Κατά την διάρκεια της εργασίας του είναι μόνος. Ό,τι καταφέρνει, το καταφέρνει μόνος μέσα από εμπόδια, πολύ κόπο και αγώνα. Τίποτα δεν χαρίζεται. Κανένας δεν φτάνει και δεν παραμένει στην κορυφή με τα ψέματα. Αυτό το πιστεύω πολύ. Η αλήθεια είναι ότι θαυμάζω ιδιαίτερα τις τραγουδίστριες και τους τραγουδιστές, που είναι και τραγουδοποιοί. Εκτός από τη φωνή τους έχουν και το δώρο της δημιουργίας, κάτι που ίσως τους κάνει λίγο πιο αυτόνομους από εμάς, που δεν γράφουμε ή που τουλάχιστον δεν έχουμε επιχειρήσει ακόμα να γράψουμε. Παρ’ όλα αυτά, όπως ήδη είπα, τραγούδια βρίσκονται. Θέληση για δουλειά, φλόγα και μεράκι να υπάρχουν»…

 – Συμβιβασμοί, εμπορικότητα, εύκολο μεροκάματο, καριέρα με διάρκεια και καλά, σχετικά διαχρονικά τραγούδια. Η γνώμη σου…

«Κατά την άποψή μου, κανένα μεροκάματο δεν είναι “εύκολο”. Μάλιστα, έτσι όπως είναι τα πράγματα στις μέρες μας, είναι και δυσεύρετο. Αν κι εγώ απ’ την πλευρά μου προτιμώ να έχω μια δεύτερη ή και μια τρίτη δουλειά για να υποστηρίξω αυτό, που κάνω στην μουσική, δεν θα μπορούσα να κρίνω αρνητικά κάποιον συνάδελφο, που επιλέγει, για παράδειγμα, να παίξει σε έναν χώρο λιγότερο “ποιοτικό” για να βγάλει κάποια χρήματα, διότι δεν γνωρίζω πόσο σοβαρές είναι οι βιοποριστικές του ανάγκες. Όλοι κάποια στιγμή στην ζωή μας αναγκαζόμαστε να κάνουμε  συμβιβασμούς. Το τί είναι συμβιβασμός όμως για τον καθένα είναι υποκειμενικό γιατί τα όρια του κάθε ανθρώπου είναι διαφορετικά. Το ζήτημα εδώ είναι να συμβιβάζεσαι μεν μερικές φορές, να προσπαθείς δε να φέρνεις τα πράγματα στα μέτρα σου και να βρίσκεις τις ισορροπίες, προκειμένου να μη χάσεις τον εαυτό σου κι αυτό, που πρεσβεύεις. Τώρα, αν κάποιος, με έβαζε να διαλέξω ανάμεσα σε εμπορικότητα και ακριβές επιλογές τραγουδιών, χωρίς να μου εγγυάται ότι κάποιο από αυτό θα γίνει επιτυχία, θα επέλεγα το δεύτερο. Πιστεύω ότι για πάρα πολλούς καταξιωμένους καλλιτέχνες (για εκείνους που εγώ τουλάχιστον έχω ως πρότυπο) η εμπορικότητα δεν είναι και δεν ήταν ποτέ αυτοσκοπός. Πιο πολύ μετράει για μένα μία σταθερή άνοδος και μια μακροχρόνια πορεία με ωραία τραγούδια, παρά μία απότομη άνοδος με ένα δύο σουξέ, που όταν περάσει η εποχή τους θα ξεχαστούν. Το δύσκολο δεν είναι μόνο να ανέβεις, αλλά κυρίως να διατηρηθείς ψηλά».

 – Μουσική, τραγούδι και μεροκάματο. Μπορεί να βιοπορίζεται κανείς από την μουσική; Σε διακατέχει και σε ποιο βαθμό επαγγελματική ανασφάλεια;

«Ναι, επαγγελματική ανασφάλεια υπάρχει, διότι το επάγγελμα αυτό καθ’ εαυτό δεν εγγυάται καμία σταθερότητα. Μπορεί, για παράδειγμα, το καλοκαίρι το πρόγραμμά σου να είναι γεμάτο εμφανίσεις και τον χειμώνα είτε να μην έχεις καμία, είτε να έχεις ελάχιστες και το αντίστροφο, φυσικά. Όπως και να ‘χει, ούτε οικονομικά βγαίνει, αλλά ούτε και ψυχολογικά. Δεν προχωράει η ζωή με το να βρίσκεσαι διαρκώς στο περίμενε και στην αβεβαιότητα. Έτσι υπάρχουν δύο επιλογές: Είτε να κάνεις κι άλλες δουλειές παράλληλα-κάτι που κι εγώ προσωπικά έχω επιλέξει σαν “συνταγή”-είτε να ασχολείσαι μόνο με την μουσική, αλλά αρκετές φορές να κάνεις ορισμένες εκπτώσεις και επιλογές που δεν σε εκφράζουν, ούτε σε πάνε παραπέρα καλλιτεχνικά. Υπάρχει, βέβαια, και η τρίτη περίπτωση ανθρώπων, οι οποίοι κατάφεραν να βιοποριστούν αποκλειστικά από την μουσική και να πετύχουν αυτό, που πάντα ήθελαν, μέσα από άπειρη δουλειά χρόνων. Αυτοί, θεωρώ, ότι αποτελούν ένα πολύ αισιόδοξο παράδειγμα για τους νέους καλλιτέχνες και φυσικά την πιο ζωντανή απόδειξη ότι τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο».

– H γνώμη σου για τα… τραγούδια σαβούρα, που μας βομβαρδίζουν, ραπ, τραπ, κραπ, καψούρικα, σκυλάδικα, σκυλοπόπ κ.λπ.

«Η ραπ είναι στην ουσία ένα αφροαμερικανικό είδος που εκφράζει την κουλτούρα και τον τρόπο ζωής μιας συγκεκριμένης ομάδας ανθρώπων. Δεν με ενοχλεί ιδιαίτερα να ακούσω ραπ τραγούδια από αυθεντικούς εκπροσώπους της μουσικής αυτής, αν και γενικά δεν είναι μέσα στις επιλογές μου, ούτε σαν απλής ακροάτριας ούτε σαν τραγουδίστριας. Το επιτηδευμένο όμως με ενοχλεί· δηλαδή οι άνθρωποι που δεν ξέρουν καν γιατί τραγουδούν την μουσική αυτή. Την τραπ δεν την θεωρώ καν μουσική. Θα την χαρακτήριζα ως ένα υποείδος, που άλλον σκοπό δεν έχει πέρα από την αναπαραγωγή βίαιων προτύπων. Όσον αφορά σε αυτά, που αποκαλούμε συμβατικά “τραγούδια της πίστας” ή “σκυλάδικα”, αποτυπώνουν και παρουσιάζουν με τέτοιον τρόπο την ζωή και τον έρωτα, που εμένα προσωπικά ούτε με συγκινεί, ούτε με εκφράζει και ούτε με ενδιαφέρει. Κάθε είδος μουσικής, βέβαια, είτε καλώς είτε κακώς, έχει το κοινό του».

 – Ωραία σκηνική παρουσία και τραγούδι, ιδιαίτερα στις ευειδείς κοπέλες;

«Πιστεύω ότι η σκηνική παρουσία δεν σχετίζεται τόσο με την εξωτερική, φυσική ομορφιά, αλλά με την αύρα, που αποπνέει ο κάθε καλλιτέχνης, με την αλληλεπίδρασή του με τον κόσμο, με το πώς επικοινωνεί την ψυχή του. Η ομορφιά του σώματος είναι απλώς κάτι υποκειμενικό. Όμως, όπως έχω αναφέρει, κυρίως για τις γυναίκες μετράει πολύ αυτό. Έχει τύχει να ακούσω πολλούς και πολλές να λένε: “Κοίτα αυτή! Αν έχανε μερικά κιλά, θα φαινόταν ακόμα πιο ωραία πάνω στην σκηνή” ή “πώς ντύθηκε έτσι απόψε!” ή “πολύ αδύνατη είναι αυτή η κοπέλα, βρε παιδί μου, την βλέπει τόσος κόσμος και τρομάζει” ή “αυτή την κοπέλα την βρίσκω λίγο ασχημούλα, δεν κάνει για το concept μας” κ.τ.λΚουβέντες, δηλαδή, που δεν συνηθίζονται να λέγονται για τους άντρες, τουλάχιστον με την ίδια συχνότητα. Υπάρχουν, ορισμένα μοτίβα και στερεότυπα, τα οποία δυστυχώς δεν εκλείπουν και μέχρι να ξεπεραστούν, θα περάσουν πάρα πολλά χρόνια. Και κάπως έτσι, αντί να εστιάζουμε στην ουσία, που είναι, που εκπέμπει η μουσική και η φωνή, σπαταλιόμαστε αποκλειστικά και μόνο στο θέαμα και στην εικόνα».

 – Τα σχέδιά σου;

«Δύο πολύ όμορφες συναυλίες πρόκειται να πραγματοποιηθούν σύντομα: Η μουσική παράσταση, με τίτλο “Σμύρνη μου αγαπημένη” στις 9 Σεπτεμβρίου στο Βεάκειο Θέατρο Πειραιά, με τον Ανδρέα Κατσιγιάννη και την Εστουδιαντίνα Νέας Ιωνίας, την Γλυκερία, τον Παντελή Θαλασσινό και τον Θοδωρή Μέρμηγκα. Η άλλη με τον Θέμη Ανδρεάδη στις 17 Σεπτεμβρίου στο Άλσος της Νέας Σμύρνης. Υπάρχουν και άλλα πολλά που ετοιμάζονται για την νέα σεζόν, τα οποία θα μάθετε εν καιρώ».

***

Επίλογος: Γράφοντας αυτές τις γραμμές ακούγοντας για πολλοστή φορά τα «Μικρά καλοκαίρια», νοιώθουμε αισθητική πληρότητα και χαρά, όπως στην πρώτη ακρόαση. Ένα μεγάλο μπράβο σε όλους τους συντελεστές! Τέτοιους δίσκους, τέτοια τραγούδια θέλουμε. Συνδυασμός των καλύτερων στιγμών από παλιούς 33άρηδες με σύγχρονα μεράκια! Είναι, βέβαια, και η συγκυρία, ο επιτυχής συνδυασμός, οι συμπτώσεις του τυχαίου, δεν συμβαίνει πάντα. Ή μήπως γίνεται, αν το κυνηγάς με πάθος; Γιατί, πώς εμείς βρίσκουμε πάντα και παρουσιάζουμε αξιόλογες μουσικές εργασίες; Άρα, όχι μόνο υπάρχουν, αλλά μας κορτάρουν συχνά, έχουμε υποχρέωση να τους ανακαλύπτουμε για την αισθητική μας τέρψη. Μην ανησυχείτε, λοιπόν, η λαϊκή μας μουσική βρίσκεται και πάλι σε καλά χέρια. Δημιουργεί πρωτότυπα και δυναμικά. Τραγουδείστε καημούς και  μεράκια σας και αφήστε τα βοθροκάναλα να όζουν στην βρωμιά τους. Ξεφύγαμε, αλλά τα «Μικρά μας καλοκαίρια», έχουν πανέμορφα χρώματα και συναισθήματα, σαν την γαλάζια θάλασσα.