Η Κρανιά της Β. Κοζιού

Η Κρανιά της Β. Κοζιού

Κυκλοφορούν πολλά βιβλία. Δεν ξέρουμε για πόσο ακόμα με τον ψηφιακό μεσαίωνα, που μας καταπίνει, αλλά αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο! Τα μεγάλα ερωτηματικά για τα έργα, που αφορούν ιστορικές έρευνες και λαογραφικές μελέτες είναι: Με πόσο μεράκι ο δημιουργός τους προσεγγίζει το θέμα του. Η πληρότητα και η σφαιρικότητα, οι άξονες και οι λεπτομέρειες του εγχειρήματος. Το πόσο γλαφυρά αναδεικνύονται τα άτομα και οι καταστάσεις, για να το πούμε λαϊκά, πόση «ανθρωπίλα» αναδύεται από τις σελίδες ή εξ αρχής πρόκειται για αραχνιασμένο ακαδημαϊκό λεύκωμα. Τα ντοκουμέντα, που παραθέτει και πρωτίστως η αξιοποίησή τους ως αυθεντικές κινητήριες δυνάμεις για το «πού το πάει» ο ερευνητής. Το δέσιμο με το εκάστοτε σήμερα, με το αν έχουμε να κάνουμε με αφόρητη νοσταλγία ή με ολοζώντανο οργανισμό, που ανά πάσα στιγμή το παρελθόν προβάλλεται σε θεωρούμενες ως σύγχρονες ανάγκες και αναζητήσεις, αν ενεργοποιεί τωρινές δυνάμεις και εμπνεύσεις. Η γλώσσα και το ύφος του συγγραφέα όχι μόνο ως προς την λογοτεχνική αξία αλλά και κυρίως ως προς την αισθητική και την μεταδοτικότητα.

 Τα… θυμηθήκαμε όλα αυτά διαβάζοντας το βιβλίο της Βασιλικής Κοζιού-Κολοφωτιά: «Η Κρανιά Καρδίτσας και οι οικισμοί της. Ιστορία-Λαογραφία-Πολιτισμός» ακριβώς γιατί περιέχει όλα αυτά τα προειρημένα θετικά. Χωρίς υπερβολή μοιάζει να βλέπεις ένα ντοκιμαντέρ ή μάλλον κινηματογραφική ταινία καθώς μελετάς τις 400 σελίδες-μεγάλες, σχήμα Α4-της εμπεριστατωμένης έρευνας, σαν να είσαι «κάτοικος» της Κρανιάς και να συνομιλείς με την ιστορία, την λαογραφία και τους κατοίκους της περιοχής. Συντείνουν σε αυτά τα εξαιρετικά ντοκουμέντα, οι φωτογραφίες, οι αφηγήσεις και ο τρόπος, που η συγγραφέας διεξέρχεται το θέμα της. Κι αν ίσως μπορεί να είμαστε και λιγάκι ευμενώς … προκατειλημμένοι (γνωρίζουμε καλά την Βάσω, είναι φίλη και έχουμε συνεργαστεί), πάντως χωρίς ίχνος λιβανισμού, καλοκαρδίσματος, δημοσιοσχεσίτικης αβρότητας (ως γνωστόν ποτέ δεν λέμε καλή κουβέντα, αν δεν την πιστεύουμε) έχει κάνει ολοκληρωτικό έργο, έχεις την αίσθηση ότι όχι μόνο δεν του λείπει τίποτα αλλά και με το παραπάνω… φωτογραφίζει και εικονογραφεί στιγμές από το παρελθόν και το τώρα της Κρανιάς  με ευρυγώνιο φακό την σύγχρονη δράση. Επισημάνθηκε και στην παρουσίαση του βιβλίου, που έγινε στην Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών στην Αθήνα. Όσο και αν είναι αρχή μας να μην αναφερόμαστε εξαντλητικά στα βιβλία και στους δίσκους, που παρουσιάζουμε,  για να μη στερούμε την γνώση και μέθεξη του αναγνώστη, εκτός από την προτροπή: Αυτό είναι πολύ καλό, απολαύστε το!-το βιβλίο της Βάσως Κοζιού έχει επιπροσθέτως, κατά την άποψή μας, μεθοδολογική αξία.

 Συνιστά και είδος συγγραφικής μόδας η τοπιογραφία, η μελέτη των γενέθλιων τόπων.  Διατί να το κρύψωμεν άλλωστε, το ίδιο κάνει ο διαχειριστής της παρούσας Ιστοσελίδας στον «Ταχυδρόμο» του Βόλου! Ίσως φαντάζει δια γυμνού οφθαλμού κομμάτι ευκολάκι να πας στο μέρος, που είδες το φως του ήλιου, να βρεις δέκα γερόντια και να γράψεις την ιστορία τους! Από κει και πέρα αρχίζουν τα πολύ δύσκολα. Τα επισημάναμε στην αρχή του σημειώματος και δω προσθέτουμε ότι η Βάσω Κοζιού με την εμπειρία και το ερευνητικό ταλέντο έδωσε άρτια εργασία, μπορεί καθένας να ταξιδέψει κι ας μην είναι Κρανιώτης. Α, μην το ξεχάσουμε! Το έργο της Βάσως δεν έχει ίχνος τουριστικής επιπολαιότητας, υφή καταναλωτικού περιοδικού. Και αυτό είναι δύσκολο πολύ. Ρίξτε μια ματιά γύρω σας! Σαράντα φανταχτερές φωτογραφίες, είκοσι συνταγές μαγειρικής και να το πόνημα, που ψάχνει… διαφημίσεις. Τα σημειώνουμε όλα αυτά, επειδή δεν είναι αυτονόητα και σχετίζονται με ό,τι είπαμε περί μεθοδολογικής αξίας και εμπειρίας. Εντάξει η Κρανιά, είναι ένας μικρός τόπος, άντε κι ο Βόλος είναι μεγαλύτερος! Ε, και;-θα μπορούσε να πει κάποιος. Επειδή πάντα προβληματιζόμαστε για την ερευνητική εργασία, το έργο της Βάσως σε δεύτερο και τρίτο επίπεδο ανάγνωσης συνιστά, κατά την γνώμη μας, οδηγό προς νεώτερους μελετητές, όχι μόνο για τοπιογραφικές μελέτες αλλά και για τον τρόπο, που μπορεί κάποιος να ξεκινήσει και να υλοποιήσει ως μεθοδολογία και πράξη  οποιαδήποτε έρευνα.

 Συνηθίζουμε, πριν από την συνομιλία με καλεσμένους της Ιστοσελίδας να γράφουμε μικρό βιογραφικό. Τί να πρωτοπείς τώρα για την φίλη μας  Βάσω. Σταματημό δεν έχει-που λέγαν οι γιαγιάδες μας! Τρέχει νυχθημερόν και κάνει όμορφα, ουσιαστικά! Από βιβλία, εκδηλώσεις συνέδρια, δράσεις σε μαζικούς φορείς. Μόνο τα συνέδρια του «Απόλλωνα» να αναφέρει κανείς, έχει κλείσει ως έργο και δράση. Η Βασιλική Κοζιού-Κολοφωτιά γεννήθηκε στην Κρανιά Καρδίτσας. Πτυχιούχος  Παιδαγωγικής Ακαδημίας Καρδίτσας και Παιδαγωγικού Τμήματος Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Ως εκπαιδευτικός υπηρέτησε 30 έτη στην Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευση. Υλοποιώντας σχολικά προγράμματα να γνωρίσουν οι μαθητές την ιστορία του τόπου και το περιβάλλον εκδόθηκαν 4 βιβλία της, για το Δημοτικό Τραγούδι και τους Χορούς, για την Νέα Αγορά της Καρδίτσας, για το άλσος της Παπαράντζας και για τα ποτάμια της περιοχής. Σήμερα είναι πρόεδρος του Κέντρου Ιστορικής-Λαογραφικής Έρευνας Ο ΑΠΟΛΛΩΝ, υπεύθυνη διδασκαλίας των τραγουδιών στην παραδοσιακή χορωδία του συλλόγου και συντονίστρια συνεδρίων, που αυτός διοργανώνει κάθε δυο χρόνια. Επιμελήθηκε την έκδοση 9 συλλογικών τόμων  πρακτικών συνεδρίων, οκτώ πανελληνίων και ενός διεθνούς. Έλαβε μέρος σε ημερίδες, συνέδρια και άλλες δράσεις για την έρευνα και καταγραφή ιστορικών και λαογραφικών θεμάτων. Τί να πρωτογράψεις από το πλούσιο έργο της! «Τα παραδοσιακά τραγούδια της Καρδίτσας» και «Γεύσεις και Παραδοσιακά προϊόντα Καρδίτσας» (2013). «Καταγραφή της αγροτικής πολιτιστικής κληρονομιάς Καρδίτσας» (2021). «Θέλ’τε, δέντρα μ‘, ν’ ανθίσετε. Από τον Κάμπο στ’ Άγραφα. Μια μουσική διαδρομή» (2022). Όλα εκδόθηκαν από το Κέντρο Ιστορικής-Λαογραφικής Έρευνας Ο ΑΠΟΛΛΩΝ. «Πενήντα Χρόνια “Καραϊσκάκεια”» (2018) & «Πανελλήνιο Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου Καρδίτσας» (2020)-βγαίνουν από την Περιφέρεια Θεσσαλίας και την Ένωση Πολιτιστικών Συλλόγων. Έχει τιμηθεί, μεταξύ άλλων, από τον Δήμο Καρδίτσας και το Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων “Φοίβος Ανωγειανάκης”. H πιο φρέσκια έκδοση με την επιμέλειά της είναι τα πρακτικά του 8ου Πανελληνίου Συνεδρίου με θέμα «Πρόσφυγες από την Μικρασιατική Καταστροφή ως τις μέρες μας». Με την σειρά του θα το παρουσιάσουμε. Ο λόγος τώρα στην ίδια την Βασιλική Κοζιού-Κολοφωτιά:

Οικογένεια Κρανιωτών ποζάρει το 1919.

– Δυο εισαγωγικά λόγια για το βιβλίο σου. Πώς προέκυψε και γιατί;

«Στο σύγχρονο πλαίσιο της τεχνολογικής παγκοσμιοποιημένης πολιπολιτισμικότητας, που διανύουμε, μια σειρά ζητήματα, που αφορούν στην πολιτιστική κληρονομιά έρχονται εκ νέου στο προσκήνιο. Η δυναμική πρακτική διαχείρισης του παρελθόντος στο παρόν ως καθοριστικός παράγοντας αναδιαμόρφωσης της συλλογικής κοινωνικής μνήμης, συμβάλλει σημαντικά στην ανανοηματοδότηση της ιστορικότητας των πολιτιστικών εκφάνσεων. Έτσι το τοπικό ιστορικό και πολιτιστικό απόθεμα μιας κοινότητας έρχεται στο προσκήνιο των εξελίξεων προκειμένου, ως “ζωντανό μνημείο” της πολιτιστικής κληρονομιάς, να διατηρηθεί και να διασφαλισθεί η παρουσία του στο μέλλον. Τα στοιχεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, είτε άυλης είτε υλικής, δεν παραμένουν σταθερά και κάθε φορά ανανεώνονται και αναπλάθονται και άλλα χάνονται. Υπάρχουν, όμως, και κάποια απ’ αυτά, που αναμειγνύονται με τις νέες πραγματικότητες και μας δίνουν νέες μορφές πολιτιστικής δημιουργίας. Όταν μάλιστα πρόκειται για την προφορική παράδοση, νομοτελειακά έχουμε συνεχή αναπροσαρμογή των παραδιδόμενων στοιχείων. Ζώντας την παράδοση του τόπου μου, παρακολουθώντας τη φθίνουσα πορεία της ένιωσα την ανάγκη να καταγράψω και να διασώσω μερικά από τα πολύτιμα τοπικά ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία του καθημερινού βίου τού τόπου μου. Έτσι προέκυψε το βιβλίο του γενέθλιου τόπου, της Κρανιάς Καρδίτσας, το αμιγές καραγκουνοχώρι, το  “αλωνάκι” με τη διαχρονική ελληνικότητά περιγράφοντας τη διαδρομή του μέσα στο κοινωνικό, οικονομικό, διοικητικό, εκπαιδευτικό και πολιτιστικό πλαίσιο».

– Τεράστια, επίπονη εργασία. Πώς τα κατάφερες, ποιες οι δυσκολίες;

«Η ερευνητική μου προσπάθεια για την καταγραφή της ιστορίας του γενέθλιου τόπου μου, την Κρανιά Καρδίτσας, ξεκίνησε πολύ νωρίς. Δεν ήταν όμως συστηματική και εις βάθος. Κατέγραφα αποσπασματικά ό,τι μ’ εντυπωσίαζε και αγαπούσα. To πρώτο  ερευνητικό πεδίο ήταν η μουσική παράδοση του χωριού μου, ακολούθησαν οι διατροφικές συνήθειες, οι τελετουργίες, οι αγροτικές ασχολίες, τα δρώμενα, η ενδυμασία και γενικά ο τρόπος ζωής των κατοίκων.  Το λαογραφικό υλικό το συγκέντρωσα σχετικά εύκολα, γιατί πρόλαβα πολλές ζώσες πηγές, που άνοιξαν την καρδιά τους και τα σπίτια τους και με ταξίδεψαν σε παλαιότερες εποχές. Κάποια απ’ αυτά τα πρόλαβα κι εγώ κάπως ξεθωριασμένα, γιατί ήδη είχε αρχίσει η εγκατάλειψή τους και η κατάργηση στις μέρες μας. Όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με τα ιστορικά στοιχεία του τόπου μου, διαπίστωσα ότι οι προφορικές και γραπτές πληροφορίες ήταν λιγοστές στον στενό περίγυρο του χωριού μου. Έτσι ξεκίνησα σχεδόν από το μηδέν. Κατάφερα όμως σιγά, σιγά να συγκεντρώσω πολύτιμο υλικό, το οποίο αντλήθηκε από διάφορα αρχεία. Βέβαια, σε καμιά περίπτωση δεν πιστεύω πως συγκέντρωσα όλες τις πληροφορίες.

                                                                 Αλωνιστική μηχανή του 1958.

»Το πρώτο αρχείο, που εξερεύνησα, ήταν αυτό του Δημοτικού Σχολείου Κρανιάς, στο οποίο υπηρέτησα για 17 χρόνια και μεγάλο κομμάτι το γνώριζα. Ακολούθησαν αυτά του Μορφωτικού και Εκπολιτιστικού Συλλόγου Κρανιάς, στον οποίο υπήρξα πρόεδρος και εκπρόσωπός του για πολλά χρόνια στην Ένωση Πολιτιστικών Συλλόγων και στην Πανελλήνια Πολιτιστική Κίνηση (ΠΑ.ΠΟ.Κ.) και του Πολιτιστικού Συλλόγου Κρανιωτών Αθήνας. Πολύτιμες πηγές ήταν, επίσης, τα αρχεία της Κοινότητας Κρανιάς και τα  παμπάλαια βιβλία της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου, όπου ανάμεσα στις σελίδες τους ανακάλυψα σπουδαία στοιχεία για το χωριό μου γραμμένα από τους εκάστοτε ιερείς και ψαλτάδες. Ακολούθησαν τα αρχεία του Μουσείου  Φαναρίου, της Λαϊκής Βιβλιοθήκης  Αθηνά και του Μουσείου Πόλης Δήμου Καρδίτσας, όπου φυλάσσονται παμπάλαια βιβλία και οι εφημερίδες της Καρδίτσας.  Σημαντική πηγή πολύτιμων στοιχείων και διασταύρωσης αυτών για την Κρανιά και τους οικισμούς της ήταν το “Θεσσαλικό Ημερολόγιο”, που επιμελείται και εκδίδει ο Κώστας Σπανός και οι 72 μέχρι τώρα τόμοι κοσμούν τις βιβλιοθήκες μου. Χάρη στον Κώστα Σπανό γνώρισα τον Levent Kayapinar, καθηγητή του Πανεπιστημίου  Άγκυρας, κι έτσι έφτασαν στα χέρια μου τα οθωμανικά κατάστιχα, που περιλαμβάνουν τις απογραφές που πραγματοποιήθηκαν το 1454/1455, 1485, 1506, 1521 και 1570. Μέσα από τις σελίδες τους ξεπροβάλλουν τα ονοματεπώνυμα των κατοίκων, τα προϊόντα και πολλά άλλα πολύτιμα στοιχεία της Κρανιάς και των γύρω οικισμών της. Σημαντικότατη ήταν η βοήθεια πολλών συναδέλφων ερευνητών και συλλεκτών με τους οποίους ανταλλάσσουμε σκέψεις και πληροφορίες».

– Επιμένω! Κατέγραψες τους κατοίκους της Κρανιάς από το 1843 μέχρι το 1998. Δεν είναι, θαρρώ,  και το πιο… προφανές!

«Τα ονόματα των κατοίκων της Κρανιάς και του οικισμών ξεκινούν πολύ πιο πριν από το 1843 και αντλήθηκαν από το κατάστιχο της απογραφής του Σαντζακίου (Περιφέρειας)  Τρικάλων, που πραγματοποιήθηκε από τους Οθωμανούς το έτος 1454/1455. Από αυτή την απογραφή και από τις επόμενες που ακολούθησαν το 1485, 1506, 1521 και το 1507, εκτός από τα ονοματεπώνυμα, έχουμε και πολλές άλλες πληροφορίες, που αφορούν στα προϊόντα που καλλιεργούνταν, τους φόρους,  που πλήρωναν και πολλά άλλα. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881 και συγκεκριμένα το 1883 πραγματοποιήθηκε από το ελληνικό κράτος καταγραφή των αρρένων κάθε δήμου και κοινότητας. Το Μητρώο των αρρένων του Δήμου Ιθώμης, της Επαρχίας Καρδίτσας, του Νομού Τρικάλων μάς δίνει τα στοιχεία των κατοίκων των 15 χωριών του.  Απ’ αυτόν τον πίνακα αντέγραψα τους άρρενες της Κρανιάς και των Αγίων Αναργύρων, που περιλαμβάνει το επώνυμο, το βαφτιστικό όνομα, το όνομα του πατέρα, το έτος γέννησης και την ενεστώσα ηλικία τους (αυτή, που είχαν κατά την ημέρα της απογραφής τους). Επειδή η καταγραφή έγινε στηριζόμενη στην μνήμη των μεγαλυτέρων, ανακάλυψα πολλές ανακρίβειες, όσον αφορά στην χρονολογία γέννησης και τα ονόματα των καταγραφόμενων. Γνωρίζοντας τα ονοματεπώνυμα της Κρανιάς παρατήρησα ότι μερικά απ’ αυτά ήταν παραποιημένα και κάποια έλειπαν.  Για τον λόγοι αυτό  ανέτρεξα στα Μητρώα της Κοινότητας Κρανιάς, όπου είναι καταγεγραμμένοι οι άρρενες από το 1841-1998. Η διαδικασία διασταύρωσης των στοιχείων ήταν χρονοβόρα και χρειάστηκε χρόνος και πολλές επισκέψεις στο Αγναντερό, την πρώην έδρα του Δήμου Παμίσσου, όπου φυλάσσονται μέχρι σήμερα τα παλιά αρχεία της Κρανιάς».

    Η συγγραφέας, όταν υπηρετούσε ως δασκάλα στο Δημοτικό Σχολείο Κρανιάς.

 – Δεν είναι εκτός εποχής μια τέτοια δουλειά, τουλάχιστον εκτός συγγραφικής μόδας;

«Σε καμιά περίπτωση δεν θεωρώ ότι είναι εκτός εποχής μια τέτοια δουλειά  ή εκτός συγγραφικής μόδας, γιατί η Τοπική Ιστορία φέρνει τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα πιο κοντά στα μέλη της τοπικής κοινωνίας και στα όρια του τόπου, που ζει κάποιος. Απαραίτητη προϋπόθεση, βέβαια, είναι η ερευνητική δουλειά να γίνεται με συνέπεια, συστηματικότητα και σεβασμό απέναντι στη μελέτη του παρελθόντος. Το ίδιο συμβαίνει και με την Τοπική Λαογραφία, η οποία μελετάει τον τρόπο ζωής και τον λαϊκό πολιτισμό μιας ομάδας πληθυσμού ή ενός τόπου. Πολλοί ερευνητές/τριες και πολλοί πολιτιστικοί σύλλογοι, που μετά την μεταπολίτευση ξεφύτρωσαν σαν τα μανιτάρια, αναβίωσαν έθιμα, κατέγραψαν τραγούδια και ντοπιολαλιές, έσωσαν χορούς, ζωντάνεψαν πανηγύρια, έραψαν αντίγραφα παλιών στολών συμβάλλοντας τα μέγιστα στη λαογραφία του τόπου τους».

– Εποχή λεπτομερούς έρευνας σε σημαντικά τοπόσημα μικρής ή μεγάλης περιοχής; Ενδιαφέρεται ο κόσμος και ευρύτερα και οι ντόπιοι; Ή είναι μόνο το μεράκι του τρελού ικανού ερευνητή;

«Ως ερευνήτρια και μελετήτρια της Τοπικής Ιστορίας και Λαογραφίας είδα πως ο κόσμος ενδιαφέρεται και συμμετέχει βοηθώντας τους ερευνητές και τους λαογραφικούς συλλόγους στην καταγραφή και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου τους αλλά και της ευρύτερης περιοχής τους. Το διαπίστωσα αυτό ποικιλοτρόπως στη διάρκεια της μακροχρόνιας ερευνητικής μου πορείας. Άρα σε καμιά περίπτωση δεν είναι μόνο το μεράκι του τρελού ικανού ερευνητή. Μια και μου δώσατε την ευκαιρία θα απαντήσω στην ερώτησή σας με μερικά προσωπικά παραδείγματα: Τα βιβλία μου, που όλα είναι ερευνητικού περιεχομένου, έτυχαν πολύ καλής αποδοχής και πολλά από αυτά επανεκδόθηκαν δυο και τρεις φορές. Επίσης, με χαρά βλέπω να παραπέμπουν σ΄ αυτά πολλοί ερυνητές/τριες. Τα πανελλήνια συνέδρια που οργανώνει από το 2.000 το Κέντρο Ιστορικής και Λαογραφικής Έρευνας Ο ΑΠΟΛΛΩΝ Καρδίτσας, τα οποία συντονίζω και έχουν ως θέμα την ιστορία και τη λαογραφία, είναι μαζικότατα από συνέδρους της πόλης μας και των γειτονικών περιοχών και αποδεκτά από αξιόλογους  πανεπιστημιακούς δασκάλους, ερευνητές κύρους και από τις τοπικές αρχές, που τα στηρίζουν ποικιλοτρόπως.

            Γλέντι στον αρραβώνα του Βασίλη Καραμπέκου και της Ρήνως.

»Όταν ως εκπαιδευτικός αποφάσισα πειραματικά να μεταφέρω το ερευνητικό μου πεδίο και στην σχολική αίθουσα και να μυήσω τους μαθητές στο μεγάλο κεφάλαιο της πολιτιστικής κληρονομιάς και της Τοπικής Ιστορίας της Καρδίτσας, έμεινα κατάπληκτη. Στο πλαίσιο της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης  πρότεινα στα παιδιά της τάξης μου ν’ ασχοληθούμε με την καταγραφή των παραδοσιακών τραγουδιών της Καρδίτσας, που υμνούν το περιβάλλον. Καθ΄ όλη την διάρκεια του προγράμματος δούλεψαν με ενθουσιασμό, έμαθαν να δουλεύουν συλλογικά, να συγκεντρώνουν το υλικό, να το ταξινομούν και να το παρουσιάζουν υποδειγματικά στους συμμαθητές τους, στους γονείς και στον περίγυρό τους. Το πρώτο πείραμα, να συνταξιδέψω με τους μαθητές μου στο περιβόλι της λαϊκής παράδοσης του τόπου μας μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία, πέτυχε. Το είδα και το διαπίστωσα κατά την διάρκεια υλοποίησης του προγράμματος και ήμουνα πολύ χαρούμενη για αυτή την ανέλπιστη αποδοχή από τους μικρούς φίλους, που μέχρι τότε καμιά σχέση δεν είχαν με την παράδοση του τόπου τους. Το διαπίστωσα και στα επόμενα χρόνια, που ακολούθησαν με τους εκάστοτε μαθητές μου στους οποίους σύστησα την Δημοτική Αγορά της Καρδίτσας, μνημείο αστικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, το Άλσος της Παπαράντζας, το απομεινάρι των Θεσσαλικών δασών και τα ζωογόνα ποτάμια, τα πέτρινα γεφύρια και τις ιαματικές πηγές της Καρδίτσας. Όλη αυτή η διαδικασία της συγκέντρωσης και επεξεργασίας από μικρούς μαθητές υλικού της λαϊκής παράδοσης, είναι κατά τη γνώμη μου μια ομαλή εισαγωγή στον λαϊκό πολιτισμό και την τοπική ιστορία και θεωρώ ότι έχει μεγάλη παιδαγωγική και κοινωνική αξία. Δυστυχώς, όμως, η γνώση της τοπικής ιστορίας μέχρι τις μέρες μας επαφίεται στον πατριωτισμό των ερευνητών και κάποιων φωτισμένων εκπαιδευτικών ενώ, κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να ενταχτεί στο πρόγραμμα και να διδάσκεται επίσημα στα σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης».

                                                Παραδοσιακό δωμάτιο με υφαντά.

– Οι δυσκολίες; Υπάρχουν παλιά αρχεία, είναι εύκολα προσβάσιμα; Βοηθούν οι Αρχές;

«Η ερευνητική μου προσπάθεια ξεκίνησε πολύ νωρίς χωρίς συγκεκριμένο στόχο και κανόνες. Οι αρχικές καταγραφές αφορούσαν τα παραδοσιακά τραγούδια του χωριού μου και το ερευνητικό πεδίο περιοριζόταν στο στενό οικογενειακό περιβάλλον και στη συνέχεια της ευρύτερης κοινότητας. Έγραφα για να μαθαίνω τα τραγούδια και να μπορώ να τα τραγουδώ, σαν έμπαινα στον κύκλο να χορέψω μαζί με τα κορίτσια του χωριού μου. Όμως τα τετράδια αυτά με τους στίχους των τραγουδιών, που τότε έγραφα, ήταν σημαντικό αρχείο, το οποίο θα με βοηθούσε στην μετέπειτα ερευνητική πορεία, η οποία ξεκίνησε υπεύθυνα και συστηματικά το 1980. Εύκολα και ευχάριστα τα πρώτα ερευνητικά βήματα. Όταν, όμως, μπήκε στους στόχους μου η εξειδικευμένη έρευνα με κανόνες και αδιάσειστα γραπτά ιστορικά στοιχεία, τα πράγματα άρχισαν να δυσκολεύουν για μένα. Τότε άρχισα να ανακαλύπτω τα αρχεία του τόπου μου και της ευρύτερης περιοχής και ανάλογα με το θέμα, που ερευνούσα τα επισκεπτόμουν συχνά. Ευτυχώς ήταν προσβάσιμα σε μένα και δεν δυσκολεύτηκα καθόλου ίσως λόγω της εκπαιδευτικής μου ιδιότητας και της πρώιμης ασχολίας με την έρευνα και την καταγραφή, που όλοι γνώριζαν και ήταν πρόθυμοι να με υποδείξουν τα ανάλογα έγγραφα ή βιβλία. Τα περισσότερα αρχεία ήταν σε πολύ καλή κατάσταση εκτός ελαχίστων, που χρειάστηκα χρόνο να τα αποκωδικοποιήσω. Σήμερα αρκετά απ’ αυτά τα αρχεία είναι ψηφιοποιημένα και αυτό διευκολύνει αφάνταστα τους ερευνητές. Όσον αφορά στις αρχές του τόπου βοηθούν και ενθαρρύνουν τους ερευνητές στην προσπάθειά τους να παραδώσουν γραπτά τα στοιχεία της ερευνητικής τους δουλειάς. Αρκεί να σας αναφέρω ότι τα 14 από τα 15 βιβλία μου κυκλοφόρησαν στο ευρύ κοινό χάρη στην οικονομική τους ενίσχυση».

 – Πού απευθύνεται η εργασία; Σήμερα δεν διαβάζουμε και το βιβλίο δεν μπορείς να το πάρεις στην παρέα, στην θάλασσα. Μολονότι είναι πολύ καλογραμμένο, πόσο χρηστικό μπορεί να είναι;

«Το ογκώδες αυτό βιβλίο όντως απευθύνεται κύρια στους κατοίκους της Κρανιάς και της γύρω περιοχής και ευρύτερα όλης της Θεσσαλίας. Πιστεύω, όμως, πως είναι πολύτιμο και στους ερευνητές, που ασχολούνται με την καταγραφή και ανάδειξη της τοπικής ιστορίας και λαογραφίας, γιατί εκτός από τα σημαντικά στοιχεία, που θα ανακαλύψουν, ίσως έχουν και ένα πρότυπο συγγραφής “μιας πρωτότυπης και σημαντικής  μονογραφίας”, όπως την χαρακτήρισε o επίκουρος καθηγητής αστικής λαογραφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ  Γιώργος Κούζας.  Σίγουρα δεν είναι εύχρηστο, δεν προσφέρεται για την παραλία, όπου πας να απολαύσεις ξέγνοιαστος την δροσιά της και να χαλαρώσεις. Είναι, όμως, χρηστικό στο γραφείο και είμαι σίγουρη ότι πολλοί αναγνώστες θ’ ανακαλύψουν πολύτιμους θησαυρούς και αρκετοί θ’ αναστοχαστούν».

– Πώς βγαίνει τόσο ακριβή έκδοση; Αυτοχρηματοδότηση, ρεφενές συλλόγων, εύρεση χορηγών και δωρητών, κρατική ενίσχυση ή όλα αυτά μαζί και ό,τι προκύψει;

«Τα βιβλία αυτού του τύπου χρειάζονται αρκετά χρήματα για να εκδοθούν και είναι δύσκολο να αναλάβει το κόστος ο μεροκαματιάρης ερευνητής. Το συγκεκριμένο βιβλίο  βγήκε με χρηματοδότηση του Δήμου Μουζακίου, στον οποίο ανήκει η Τοπική Κοινότητα Κρανιάς, και από δύο ευαισθητοποιημένους Κρανιώτες επιχειρηματίες. Την πρώτη έκδοση του βιβλίου την χάρισα στον Μορφωτικό και Εκπολιτιστικό Σύλλογο Κρανιάς για να το διακινήσει κατά την κρίση του με την προϋπόθεση να δοθεί στους Κρανιώτες σε τιμή κόστους την ημέρα της παρουσίασης στο χωριό. Τα υπόλοιπα βιβλία διατίθενται κανονικά από τα βιβλιοπωλεία. Μερικά από αυτά με πρωτοβουλία του Συλλόγου Κρανιάς προωθήθηκαν σε αρκετές πανεπιστημιακές και δημοτικές βιβλιοθήκες».