Το αργυρό ιωβηλαίο του Δημήτρη Κοντογιάννη

Το αργυρό ιωβηλαίο του Δημήτρη Κοντογιάννη

Μισός αιώνας πέρασε κιόλας από τις πρώτες επαγγελματικές πενιές και τα γλέντια, από την θριαμβική πορεία γεμάτη πρωτίστως όμορφα, διαχρονικά τραγούδια ερμηνευμένα με ξεχωριστό μεστό και δωρικό τρόπο. Παλιός και αγαπημένος φίλος μας ο Δημήτρης Κοντογιάννης εκτός από μεγάλος τραγουδιστής. Κυκλοφόρησε πρόσφατα-η αλήθεια είναι ότι καθυστερημένα την παρουσιάζουμε-την αυτοβιογραφία του, με την βοήθεια του Κώστα Μπαλαχούτη αλλά και του Γιώργου Χατζηγιάννη του περίφημου «Χαμάμ», όπου και εκεί γίνονται χρόνια τώρα σημαντικά πολιτιστικά, κυρίως μουσικά, γεγονότα. Κώστας Μπαλαχούτης: «ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ 50 χρόνια λαϊκό τραγούδι. Δημοτικό/Ρεμπέτικο/Σύγχρονο» (Εκδόσεις ΧΑΜΑΜ). Σύντομα προλογικά κείμενα των Σταύρου Ξαρχάκου, Χρήστου Νικολόπουλου, Γιώργη Έξαρχου, Απόστολου Κεφαλά.

 Αντιγράφουμε την λακωνική άποψη του Σταύρου Ξαρχάκου γιατί αποδίδει ακριβώς και γλαφυρά εικόνα, προσωπικότητα και καλλιτεχνική αξία του φίλου μας του Μήτσου: «Ο Δημήτρης Κοντογιάννης είναι ένας σύγχρονος τροβαδούρος του λαϊκού μας τραγουδιού, ο οποίος διακρίνεται για την δωρικότητα των ερμηνειών του, την πηγαία λαϊκότητα της φωνής και της παρουσίας του αλλά και το ήθος. Υπηρετεί με απεριόριστη αγάπη και αφοσίωση το είδος στο οποίο έχει από νωρίς ταχθεί και έχει κατορθώσει να παραμείνει για δεκαετίες στις καρδιές των ακροατών του ως ένας γνήσιος καλλιτέχνης, που διασκέδασε με μεράκι και κέφι γενιές Ελλήνων με λαϊκά και ρεμπέτικα τραγούδια». Όχι απλώς μας εκφράζει αυτή η θέση αλλά θέλουμε να την εμπλουτίσουμε, να προσθέσουμε ότι ο Δημήτρης Κοντογιάννης είναι από τους μεγάλους διαχρονικούς τραγουδιστές, που συνοψίζει στην φωνή και στην ερμηνεία του την πορεία του λαϊκού τραγουδιού του καιρού του. Δεν είναι πλέον πολλοί αυτοί οι τραγουδιστές, οι καλλιτέχνες σε όλες της μορφές Τέχνης. Μάλλον, ευτυχώς ανέκαθεν το λαϊκό τραγούδι διαθέτει σχετικά αρκετούς από τους καλλιτέχνες με σαρωτική παρουσία και έργο, τηρουμένων πάντα των αναλογιών και των ιστορικών συνθηκών.

 Στο ξυλουργείο του πατέρα του, αριστερά ο μαθητευόμενος Θύμιος Αργυρίου και δεξιά ο  εκκολαπτόμενος μπουζουξής Δημήτρης Κοντογιάννης

Έχουν σχεδόν όλοι αποδημήσει από την παλιά, την μεγάλη γενιά των ταλαντούχων ερμηνευτών και των εμβληματικών τραγουδιών, μένουν 3-4 δυνατές εξαιρέσεις, ανάμεσά τους ο Δημήτρης. Μη γίνει παρεξήγηση. Και σήμερα υπάρχουν εμβληματικοί μουσικοί καλλιτέχνες και τραγούδια, με την διαφορά δεν προβάλλονται από το εμπορικό σύστημα. Είναι δουλειά του πανδαμάτορα χρόνου προσεχώς να προβεί στις αναγκαίες όσο και  προφανείς ταξινομήσεις. Είναι και αντικείμενο της λαογραφικής έρευνας: Και τότε, μετά το 1974 για να το οριοθετήσουμε χρονικά, δύσκολα προβάλλονταν από τις πάλαι ποτέ δισκογραφικές εταιρείες, από κρατικά και κατόπιν ιδιωτικά Μέσα Μαζικής Εξαχρείωσης (Μ.Μ.Ε.) τα καλά, εν δυνάμει διαχρονικά άσματα και οι καλλιτέχνες, που δεν ήταν στο σύστημα φτηνού και σκυλοπόπ. Είναι, λοιπόν, μέγα επίτευγμα όλων αυτών των παιδιών, και του Δ. Κοντογιάννη προφανέστατα, που έσπασαν πολύ συχνά τα στεγανά και καθιερώθηκαν, πέρασαν στην ψυχή, στο γλέντι, στο μεράκι, στην παρέα του κόσμου, ομόρφυναν την ζωή του. Και κάτι ακόμα, όχι ασήμαντο: Προϊόντος του καιρού οι… εκτός συστήματος λαϊκοί καλλιτέχνες όλο και πιο δύσκολα έρχονται στο προσκήνιο και διατηρούσαν το στασίδι στην δημοτικότητα. Σκεφθείτε σήμερα, που πια δεν υπάρχει δισκογραφία και κυριαρχεί το φασιστικό μονοπώλιο των βοθροκάναλων. Ο Δημήτρης Κοντογιάννης, όμως, και σήμερα είναι μάχιμη μελωδική αξία! Παλεύει με όλα τα μέσα, κυρίως με το ταλέντο του τον λαϊκό μελωδικό πολιτισμό.

                                                                      Πρόβα με την Χάρι Αλεξίου.

Η αυτοβιογραφία του Δημήτρη Κοντογιάννη, όπως τονίσθηκε, βγαίνει με χορηγία του «Χαμάμ» των Πετραλώνων. Είναι, σηματοδοτεί κρίσιμη εποχή του εν λόγω ιστορικού πολιτιστικού χώρου. Οι χρήσεις μαγαζιών στο κέντρο και σε εμπορικές συνοικίες της Αθήνας αλλάζουν, τα χρόνια τρέχουν αστραπή επί τα χείρω. Πιθανότατα ένα ακόμα τέλος εποχής! Ο Γιώργος Χατζηγιάννης συνέδραμε τον φίλο του Δ. Κοντογιάννη, που όλα τα χρόνια αμέτρητες φορές μας ψυχαγώγησε από το πάλκο του «Χαμάμ», χρηματοδοτώντας την έκδοση. Επιστρέφοντας στον φίλο μας Δημήτρη, με απλό και λιτό τρόπο αναμοχλεύει τις αναμνήσεις του και μας δίνει αδρές εικόνες από την πολύχρονη πορεία του. Από την Δαύλεια «το μεγάλο και όμορφο χωριό, ημιορεινό στους πρόποδες του Παρνασσού». Ο παππούς ήταν ο λήσταρχος Γιώργος Κοντογιάννης με τ’ όνομα. Ο πατέρας ξυλουργός και η μητέρα Παναγιώτα Στρογγυλάκου (από την Μάνη καταγωγή), πριν παντρευτεί, ήταν αγρότισσα. Έτσι αρχίζει η ιστορία και δεν θα πούμε τίποτα περισσότερα για να χαρείτε την αφήγηση του  Δημήτρη Κοντογιάννη.

Κρίμα, που η δομή του βιβλίου δεν επιτρέπει περισσότερες εξιστορήσεις. Το ξαναλέμε, όσο και αν πειράξει κάποιους, διαφωνούμε πλήρως με αυτόν τον τρόπο βιογράφησης καλλιτεχνών. Έχουμε θητεία-την μεγαλύτερη στα ελληνικά γράμματα-από μουσικές βιογραφίες και θεωρούμε ότι «Οι Μάγκες Αλήστου Εποχής» είναι πρότυπο βιογραφικής ενασχόλησης. Βέβαια, πρέπει να βρέξεις κώλο για να φας ψάρι…. Ενώ η εύκολη λύση; Κυνικά το λέμε και σε όποιον αρέσει! Διαβάσαμε, παρουσιάζουμε το εν λόγω βιβλίο, μόνο επειδή αφορά έναν από τους μεγαλύτερους σύγχρονους τραγουδιστές. Και θα έπρεπε τελικά οι πιο αναλυτικές αφηγήσεις του να είναι το μόνο περιεχόμενο του. Οι αναφορές, στο συγκεκριμένο πόνημα από τον Κ. Μπαλαχούτη, ή από άλλους σε πολλές άλλες βιογραφίες, για τις συνθήκες της εποχής είναι διαρκώς επαναλαμβανόμενης κοινοτυπία, κοινοτοπία έως μπουρδολογία! Σε πόσα βιβλία γράφονται τα εν πολλοίς ανιστόρητα για την φτωχολογιά και τον δήθεν βάρδος της,  τον πρύτανη του σκυλάδικου και της γλυκερής μοιρολατρείας Καζαντζίδη; Πόσο ακόμα φούμαρα για τον άνθρωπο, που βέλαζε σαν μοσχάρι, που το σφάζουνε; Για την κακέκτυπη, ηλίθια μεταφορά του «φαινομένου Πρίσλεϊ» στην αποικία Γκραικυλία με στόχο την καταστροφή και σκυλοποίηση του λαϊκού τραγουδιού; Τί να κάνουμε, βαποράκια του σκυλάδικου, το λαϊκό τραγούδι ήταν τόσο ποιοτικό και βαθύ, που ξέβρασε και τον Στελάρα σας! Συνέχισε την ρεμπέτικη κληρονομιά ποιοτικά ανερχόμενο με τον Μίκη, Μάνο, Λοΐζο, Ξαρχάκο, τον Λεοντή, τον Μαρκόπουλο και άλλους μεγάλους. Συνεχίζει απτόητο παρότι δεν το προβάλλουν τα βοθροκάναλα.

Διαβάζεις το βιβλίο, θέλεις να απολαύσεις την λιτή αφήγηση, την μεγαλειώδη πορεία του Δημήτρη Κοντογιάννη και ξεπετάγεται σκόπιμα ο… ακατανόμαστος. Αναρωτιέσαι δικαιολογημένα ποιος είναι το θέμα του βιβλίου ο φίλος ο Δημήτρης ή είναι πρόσχημα για την προβολή του άλλου; Ο Κώστας Μπαλαχούτης διαθέτει πολλά προσόντα αλλά έχει πάρει τον δρόμο του. Αντί για διαχρονικό έργο, που έχει ομολογουμένως τα φόντα, επιλέγει το εμπορικό με πυρήνα τον Καζαντζίδη. Έγινε και το μετά θάνατο… Γραφείο Τύπου του! Και για το «Χριστός Ανέστη» να γράψει, πάλι Καζαντζίδη θα μνημονεύσει! Μαγκιά του! Γούστο του και καπέλο του! Καθένας έχει το δικαίωμα, τον τρόπο, την επιθυμία και τα μέσα να επιλέγει το εφήμερο ή το διαχρονικό. Επειδή τον εκτιμάμε, του τα λέμε και τα γράφουμε κυνικά, σταράτα, είναι αλήθεια για εσχάτη φορά, γιατί δεν μας πέφτει κιόλας λόγος: Ακριβώς απέναντι βρίσκεται ο δρόμος του αξιόμαχου στον χρόνο έργου!

                                                         Το πρώτο πάλκο στου «Σαμπάνη».

Βεβαίως συναινεί και ο Δημητράκης. Δεν είναι μόνο τεράστιος τραγουδιστής. Έχει πει μέγιστα συγκλονιστικά τραγούδια. Φυλλομετρήστε στο βιβλίο την δισκογραφία, που παρατίθεται αναλυτική και με φωτογραφίες. Με ποιον μεγάλο συνθέτη δεν συνεργάστηκε; Με ποιον δεν είπε διαχρονικά τραγούδια; Μερικές φορές πάλεψε, αδικήθηκε σφόδρα, έπεσε θύμα και του μεγάλου πολέμου των δισκογραφικών εταιρειών και δη του στημένου ανταγωνισμού των αγαπημένων τους παιδιών, που δεν ανήκε-προς τιμήν του!-σε αυτά ο Δ. Κοντογιάννης! Αφήνουμε σε σας, να ανακαλύψετε για παράδειγμα τα δυο μέγιστα εμπορικά τραγούδια, που ήταν να τα δισκογραφήσει  ο Δημήτρης Κοντογιάννης και του τα έκλεψαν επιτήδειοι και με χαλαρή συνείδηση συνάδελφοί του! Έδωσε με πείσμα και δίνει μάχη καθιέρωσης ο Δ. Κοντογιάννης και πάντα το πετυχαίνει. Είναι κρίμα, λοιπόν, να μην υπερασπίζεται στα πάλκα το μεγάλο, το πλούσιο και διαχρονικό έργο του. Για να απολαύσουμε αυθεντικό Δημήτρη Κοντογιάννη πηγαίνουμε στα μαγαζιά, όπου και όταν εμφανίζεται, δεν θέλουμε κλαψερά αναμασήματα, έστω και φωνητικά σωστά!

Στου Κατσιβαρδάκου στην Κοκκινιά ο πιτσιρικάς Δημήτρης Κοντογιάννης τραγουδά υπό τους ήχους του Γιώργου Λαύκα (αριστερά) και του Νίκου Καρανικόλα (δεξιά).

Πας, λοιπόν, στα μαγαζιά, που τραγουδάει και δεν λέει «Δήθεν», «Τα Μπλε παράθυρα», «Κέντρο διερχομένων», «Οι κυβερνήσεις πέφτουν…», «Παίξε Χρήστο επειγόντως», «Δρόμοι της νύχτας», ούτε ένα σωρό δίσκους του με ωραίες εκτελέσεις ρεμπέτικων και με δημοτικών τραγουδιών. Μιζεριάζεις, μαραζώνεις χωρίς λόγο, μυξοκλαίς πάλι με άσματα Καζαντζίδη. Δεν θέλει να προβάλλει το έργο του ο Δ. Κοντογιάννης, το έχουμε γράψει, το έχουμε τονίσει σε παρουσιάσεις δίσκων του, που είχε την καλοσύνη να μας καλέσει να προλογίσουμε. Επιλογή και μαγκιά του κι αυτουνού! Να πούμε ξανά και του στραβού το δίκιο, όπως το σαρκάζουμε (μεταξύ σοβαρού και αστείου λέγονται τα σημαντικά) στα μαγαζιά, όπου παίζει: Ο Κοντογιάννης τα λέει καλύτερα από τον Καζαντζίδη, τουλάχιστον δεν κλαίει και δεν σκυλίζει! Ξέρουμε, έχει βγάλει καντήλες και σπυράκια ο γέρικος στρατός των φανατισμένων!! Για αυτό και το λέμε και είναι πέρα για πέρα αλήθεια.

                          

Κατακλείδα: Εξαίσια βιογραφία (τα λεγόμενά του μόνο) ενός μεγίστου σύγχρονου τραγουδιστή!! Τί άλλος καλύτερος και σημαντικότερος λόγος το να την αποκτήσετε και να το απολαύσετε! Και για έναν ακόμα λόγο εξίσου σημαντικό. Από το βιβλίο με τον βίο και την πολιτεία του Δημήτρη Κοντογιάννη παρελαύνουν τόσο οι εξελίξεις στο λαϊκό τραγούδι όσο και η εποχή αναφοράς για μισό αιώνα. Να γιατί θα έπρεπε να ήταν μόνο οι αφηγήσεις του Κοντογιάννη, ατόφιες, χωρίς άλλες δημοσιογραφικές φιοριτούρες, επισφαλείς αναλύσεις και σκόπιμες λογοπλοκές. Γυμνά τα γεγονότα όπως τα βιώνει ο δημιουργός, ο τραγουδιστής. Και κάτι τελευταίο. Μακάρι έστω και τώρα ο φίλος μας ο Δημητράκης, ο Μήτσος, να ξυπνήσει και να υπερασπίζεται στα πάλκα το εξαιρετικό του έργο. Δεν είναι όμως στην ίδια μοίρα με τους βιογράφους του. Διαθέτει το πελεονέκτημα του δημιουργού, μένει εσαεί στον χρόνο και στων ανθρώπων τις ψυχές το έργο του, ό,τι κι αν λέει πλέον στα πάλκα. Πώς ν’ αλλάξει η περπατησιά στα γεράματα! Με όλη μας την γκρίνια, εμείς δεν ξεχνάμε τις αμέτρητες υπέροχες βραδιές, που γλεντήσαμε και ετοιμάζουμε αυτές, που οσονούπω έρχονται! Στην βιογραφία του ο Δημήτρης αυθεντικός μας ταξιδεύει, όπως και στο τραγούδι του. Για αυτό τον θαυμάζουμε και τον αγαπάμε εσαεί! 

============

Υ.Γ. Δεν ξεχνιέται η τεράστια αγωνιστική δράση και συνδικαλιστική προσφορά του Δημήτρη Κοντογιάννη για τα δικαιώματα όλων των τραγουδιστών, όχι μόνο των διάσημων! Για χρόνια πρόεδρος της Ένωσης Τραγουδιστών Ελλάδας (Ε.Τ.Ε.), του ταξικού εργατικού σωματείου, που διέσπασαν και οδηγούν σε μαρασμό συνάδελφοί του πολυαγαπημένα γιουσουφάκια της ξενόδουλης εξουσίας και στον πολιτισμό! Μέσα στο κόλπο και  ατάλαντοι-ατάλαντες του Κ.Κ.Ε., που σπανίως θυμάται την… ταξική πάλη και αυτή αλά καρτ! Έχουμε γράψει πολλάκις και αναλυτικά. Γιατί δεν μαζικοποιούν την Ε.Τ.Ε., να πάρουν την πλειοψηφία και το Δ.Σ., να κάνουν ταξική πολιτική και γίνονται άθλιοι διασπαστές χορεύοντας στον ρυθμό, που τους παιανίζει ο Καπιταλσμός; Συνδυάζεται με λοβιτούρες για πνευματικά δικαιώματα και άλλα παίγνια, που έχουμε παλιόθεν καταγγείλλει, νσ μη μακρηγορούμε…