Μερακλής νέος με ταλέντο λατρεύει την παραδοσιακή μουσική, με τον προσήκοντα σεβασμό και αφουγκραζόμενος εμπνεύσεις του προσπαθεί να την παντρεύει με τωρινές ανάγκες και αναζητήσεις μπολιάζοντας την δεξιοτεχνία και το ιδιαίτερό του χρώμα, ψάχνοντας στην αστείρευτή της προίκα να ορίσει της τέχνης του την περιοχή. Τόσο απλά, συνάμα μεστά και δημιουργικά βγαίνει ένας καινούριος ωραίος δίσκος (CD), που μας συντροφεύει σε άνυδρες και άμουσες εποχές. Κώστας Γεροντίδης: «Παντοτινές μου αγάπες» (κυκλοφορεί από τον Καθρέφτη ήχων αληθινών). Επτά παραδοσιακά άσματα, από τα λεγόμενα «άγνωστα» σήμερα συν μια μελωδία του Πέτρου Πελοποννήσιου, με ταμπουρά παιγμένα και τραγουδισμένα από τον Κώστα και ένα από την Ζωή Μήλιου. Ενορχήστρωση: Μιχάλης Ασίκης, μουσική επιμέλεια: Μανώλης Καρπάθιος.
Συνεταιριστικές καλλιτεχνικές εργασίες με μεράκι και αυτοχρηματοδότηση, η πιο τρανή και προπαντός παρήγορη απόδειξη ότι δεν στερεύει ποτέ σε αυτόν τον με την συνενοχή όλων βασανισμένο τόπο η λυτρωτική πηγή της λαϊκής μελωδικής χειροτεχνίας. Δεν προβάλλονται… φυσικά και για ταξικούς λόγους από τα βοθροκάναλα της ξενόδουλης εξουσίας. Ένας ακόμα από τους χίλιους λόγους, που μας θέλγουν, που μας υποχρεώνει να τ’ αναζητάμε, να τ’ αποκτάμε, κυρίως να τ’ απολαμβάνουμε στις παρέες. Δεξιοτέχνης του ταμπουρά, ψάλτης, δάσκαλος της Βυζαντινής μουσικής και του εν λόγω μουσικού οργάνου ο Κώστας Γεροντίδης αφήνει πρώτη φορά το δημιουργικό χνάρι και με αξιοπρόσεκτη ουσία και επιτυχία. Διαθέτει δικό του τρόπο, απαλό, συνάμα δωρικό χρωματισμό να τραγουδά, που πολύ μας αρέσει. Θα λέγαμε ότι εκπέμπει χαμηλότονη χαρούμενη διάθεση, αλλά το σταματάμε. Ουδέν νόημα και αξία στην λογοτεχνική περιγραφή της μουσικής! Ο ταμπουράς τώρα. Από τα Ακριτικά έπη…
«Τί κρούεις την θαμπούραν σου εν τη παρούσα ώρα»;
…μέχρι τις μέρες μας βγαίνουν χαρισματικοί ταμπουρατζήδες, που κάθε φορά πάνε με το ταλέντο τους δυο βήματα παρακάτω την μουσική δεξιοτεχνία και την συμβολή τού οργάνου στην σχετικά διαχρονική λαϊκή μελωδική πανδαισία. Μια νύξη κάνουμε στο τεράστιο και ανεξάντλητο κεφάλαιο όχι μόνο της δικής μας παράδοσης αλλά πάσης της παγκόσμιας ανατολικής μουσικής, όργανο με πάμπλουτα χρώματα και δυνατότητες διαβαίνει όλους τους αιώνες κι εκεί, που θαρρείς είναι εξαφανισμένο ή τελειωμένο, ξεπροβάλλει πολλοστή φορά (ή μήπως ποτέ δεν χάνεται;) να στολίσει μελωδικές αναζητήσεις παλιότερες και σύγχρονες. Επιστρέφοντας στις «Παντοτινές μου αγάπες» αντί για περιττές και ανούσιες αναλύσεις συζητήσαμε με τον δημιουργό, τον παρουσιάζουμε, ως συνήθως, με αδρές γραμμές. Πριν από το σύντομο βιογραφικό και την συνέντευξή δυο ακόμα σύντομες νύξεις. Το πρώτο τραγούδι του CD είναι τα περίφημα «Λαλεδάκια», τιτλοφορείται «Μήνυμα», δεν ξέρουμε, δεν θυμόμαστε πόθεν ο τίτλος ή αν είναι νεοπαγής; Ο στίχος δεν είναι «λουλουδάκια» αλλά:
«Μήνυσε μου να σου στείλω λαλεδάκια απ’ το βουνό
να τα βάλεις στο ποτήρι να θαρρείς πως είμαι εγώ»!
Όχι, δεν είναι καπρίτσιο σχολαστικισμού, αλλά χρώμα, άρωμα κι ουσία του δημοτικού τραγουδιού, που χάνονται έστω κι από απροσεξία! Λαλεδάκια δεν είναι οι παπαρούνες, που γράφεται στο διαδίκτυο. Μικρά πολύχρωμα ανθάκια, που βγαίνουν σε αγρούς ή βουνά ανάμεσα σε μεγάλα φυτά. Ασήμαντα και εν πολλοίς άχρηστα για εκμετάλλευση, στολίζουν, όμως, το γήινο χαλί. Ερωτευμένος νέος θα της στείλει λαλεδάκια, ευτελή, συχνά απαρατήρητα πλην πανέμορφα ανθάκια δείγμα της αγάπης και παρουσίας του. Η δεύτερη νύξη έχει ξαναγίνει, απλή υπενθύμιση: Η Ζωή Μήλιου, ωραία φωνή με σωστή ερμηνεία στο δημοτικό κι εν γένει στο τραγούδι, ψάλτης, παίζει κανονάκι, γνώστης της Βυζαντινής μουσικής. Ίσως έχει αργήσει κιόλας να βγει πιο δυναμικά στο ευρύτατο λαϊκό μουσικό προσκήνιο…
Ο Κώστας Γεροντίδης υπηρετεί εδώ και χρόνια τη μουσική μέσα από τις ερμηνείες του στο παραδοσιακό τραγούδι, την οργανοχρησία ως ταμπουρατζής και τα αναλόγια ως πρωτοψάλτης. Ξεκίνησε από την χορωδία του Γιώργου Κακουλίδη, που υπήρξε ο καταλυτικός δάσκαλος για την μετέπειτα πορεία του. Είναι διπλωματούχος Βυζαντινής Μουσικής, κάτοχος δύο πανεπιστημιακών πτυχίων και μεταπτυχιακού, μα πάνω απ όλα συλλέκτης εμπειριών γύρω από την Βυζαντινή και την παραδοσιακή μουσική. Ενεργό μέλος της ορχήστρας «Ρωμάνα», χορωδός στους «Μαΐστορες της Ψαλτικής τέχνης» και στη χορωδία Κωνσταντινουπολιτών με χοράρχη τον Γρηγόρη Νταραβάνογλου. Δίδαξε ως καθηγητής βυζαντινής μουσικής και ταμπουρά σε μουσικά γυμνάσια, ωδεία και συλλόγους. Προσπαθεί να παντρέψει την παλιά και διαχρονική μουσική με σημερινά εκφραστικά μέσα, γεγονός που τον τοποθετεί στους τολμηρούς, που ξέφυγαν από τις αγκυλώσεις και τις ιδεοληψίες που καταδυναστεύουν το χώρο της παράδοσης. Και τώρα ο λόγος στον ίδιο, που απαντά πάντα λακωνικά:
– Πώς προέκυψε ο δίσκος «Παντοτινές μου αγάπες»;
«Ο δίσκος είναι η αποτύπωση της προσωπικής εργασίας για την μελέτη παραδοσιακών τραγουδιών με τον ταμπουρά μου. Η επιλογή και η προετοιμασία των τραγουδιών ξεκίνησε σχεδόν ένα χρόνο πριν εκδοθεί ο δίσκος, το καλοκαίρι του 2023. Η πρόκληση να εκδώσω τέτοιο δίσκο ήταν αδιαμφισβήτητη για τρεις λόγους. Πρώτον τα τραγούδια αυτά δεν είχαν δισκογραφηθεί ξανά. Δεύτερον η δισκογραφία με ταμπουρά στην Ελλάδα είναι πολύ φτωχή. Τρίτον είναι η πρώτη δισκογραφική δουλειά και ο τρόπος προσέγγισης θεώρησα ότι θα ήταν ξεχωριστός, όπως κι έγινε»!
– Σήμερα οι καλλιτέχνες δεν προτιμούν υλική αποτύπωση του έργου τους και βολεύονται με ψηφιακές πλατφόρμες. Εσύ;
«Δεν θα είχε νόημα να κινήσω όλη αυτή την εργασία χωρίς να έχω κάτι χειροπιαστό στα χέρια μου με το πέρας αυτής. Τώρα πλέον όταν περπατώ στον δρόμο με τον ταμπουρά κρεμασμένο στην θήκη του και όταν με ρωτούν οι περαστικοί την κλασική ερώτηση “τi είναι αυτό, μπουζούκι;”, ανοίγω το φερμουάρ και βγάζω ένα CD με το έργο μου. Αυτό που σας περιγράφω τώρα το καταλαβαίνουν όσοι παίζουμε αυτό το όργανο στην Ελλάδα γιατί το έχουν βιώσει. Να μια πρώτη χρησιμότητα του δίσκου».
– Τοποθετείς τον εαυτό σου απέναντι ή μέσα στην παράδοση ως ακροατής αλλά κυρίως ως εκτελεστής;
«Τον εαυτό μου τον τοποθετώ ως συνδετικό κρίκο. Γιατί ως καλλιτέχνης, που κινούμαι στον χώρο αυτό της παράδοσης θα πρέπει να επικοινωνήσω την παράδοση με τον έξω κόσμο και να μην κλειστώ στο καβούκι μου. Το πώς θα το επικοινωνήσω θέλει ιδιαίτερο χειρισμό».
Τα όρια παράδοσης και καινούριου έργου εμπνευσμένου από αυτήν, πού κείνται και πώς προσδιορίζονται;
«Τα όρια… Πιστεύω ότι μπορείς να κινηθείς και σου δίνεται η δυνατότητα να πας λίγο πιο πέρα δίχως όμως η παράδοση να χάσει το αρχέγονο στοιχείο της ή να ευτελιστεί και να γίνει φτηνό. Όταν το δημιούργημά σου έχει αξία και οντότητα στο σήμερα αγγίζοντας την ψυχή του ακροατή, τότε έχεις πετύχεις τον στόχο σου. Όταν ταυτόχρονα το δημιούργημα αυτό πατάει στην παράδοση, τότε το αποτέλεσμα θα είναι και διαχρονικό και όχι πυροτέχνημα της στιγμής».
– Παράδοση και κακοποίησή της με υποτιθέμενες διασκευές και… φρεσκαρίσματα;
«Θεωρώ ότι σας απάντησα στην προηγούμενη ερώτηση. Να συμπληρώσω ότι οι φτηνές απομιμήσεις-μιμήσεις δεν έχουν μέλλον. Ούτε καν παρόν. Παρόλα αυτά βλέπουμε σήμερα να έχουν αποδοχή αλλά αυτή είναι εφήμερη».
– Η κακοποίηση υποδηλώνει έλλειψη ταλέντου και ρεπερτορίου. Ποια η θέση τής σχετικά διαχρονικής τέχνης και του καλλιτέχνη σήμερα;
«Ο καλλιτέχνης διαφέρει από τον έμπορα. Ως καλλιτέχνης οφείλει να είναι πρεσβευτής του κάλλους και να παλεύει για αυτό. Η διαχρονικότητα προϋποθέτει το κάλλος και την καλαισθησία. Ο καλλιτέχνης οφείλει να βγάλει από μέσα του την αλήθεια του».
– Πώς σου προέκυψε ο ταμπουράς; Σπάνιο και δύσκολο μουσικό όργανο;
«Ο ταμπουράς προέκυψε κάπου στο 2004, όταν είχα τελειώσει τις ωδειακές σπουδές στην δυτική μουσική και στην βυζαντινή. Ήταν η περίοδος, που άρχισα να ψάχνομαι με διάφορα όργανα της ανατολικής μουσικής. Όταν τον πρωτοέπιασα στα χέρια μου γοητεύτηκα από τον γλυκό του ήχο και από τη δυνατότητα των ρυθμικών πενιών του και κάπως έτσι ξεκίνησα. Με σεμινάρια αρχικά με προσωπική μελέτη στην συνέχεια με τους εδώ δασκάλους και δεξιοτέχνες όπως ο Περικλής Παπαπετρόπουλος και ο Cihan Türkoğlu και τέλος με την πιστοποίηση των σπουδών μου, με απόκτηση πτυχίου ειδίκευσης στον ταμπουρά από το Πανεπιστήμιο της Άρτας».
– Η θέση του στην λαϊκή και παραδοσιακή ορχήστρα; Βγαίνει μεροκάματο;
«Ό,τι δίνεις, παίρνεις. Αν δε δώσεις πώς θα πάρεις. Πρέπει πρώτα να αγγίξεις την ψυχή του ακροατή με την δουλειά σου και μετά θα έρθει η ανταμοιβή των κόπων σου. Στην Ελλάδα είναι παρεξηγημένο όργανο πολλοί του έδωσαν μουσειακό χαρακτήρα και άλλοι πάλι θεώρησαν ότι πρέπει να παίζει ένα συγκεκριμένο ρεπερτόριο και έμειναν εκεί».
– Παράδοση και νεολαία. Την αγκαλιάζει και πόσο;
«Αν δεν βρει τους εμπνευστές η νεολαία δεν θ’ αγκαλιάσει την παράδοση. Και εδώ έρχεται ο ρόλος του καλλιτέχνη, που είπαμε. Ο καλλιτέχνης που θα υπηρετεί το κάλλος οφείλει να προβάλλει τη δουλειά του και να μη μένει στην αφάνεια».
– Μαθαίνουν οι νέοι ταμπουρά; Τί θα έλεγες σε επίδοξο μαθητή;
«Θα του έλεγα να ασχοληθεί. Να κλείσει τα αυτιά του σε ό,τι πρόχειρο του πασάρουν. Μόνο ωφελημένος θα βγει από την καλλιέργεια της ψυχής του και του σώματος με την ενασχόληση με αυτό το μουσικό όργανο».
– Τί λέει η εμπειρία σου από τα μουσικά σχολεία, έχει σωτηρία ο λαϊκός πολιτισμός;
«Τα μουσικά σχολεία αποτελούν μικρό φάρο, μια μικρή σανίδα σωτηρίας. Υπάρχουν συνάδελφοι, που έχουν δώσει ψυχή και σώμα προκαλώντας συχνά πλούσια ερεθίσματα στις νεώτερες γενιές να ερευνήσουν την παράδοση και τα παραδοσιακά όργανα. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί καλλιτέχνες της σημερινής μουσικής σκηνής προέρχονται από τα μουσικά σχολεία».
– Ο ταμπουράς στην σύγχρονη λαϊκή ορχήστρα; Σολιστικό ή όργανο συνοδείας;
«Ο ταμπουράς είναι όργανο, που με τις δυναμικές του μπορεί να στηρίξει την ορχήστρα συνοδευτικά αλλά και σολιστικά αφήνοντας τις μοναδικές ξεχωριστές πινελιές του».
– Η ψαλτική τέχνη στο σύγχρονο λαϊκό τραγούδι, κυρίως στους φορείς του;
«Η ψαλτική λειτουργεί στο χώρο λατρείας στην εκκλησία. Θα πρέπει να υπάρχει σαφής διαχωρισμός. Οφείλω να σας διαβεβαιώσω ότι θέλει πολύ κόπο και μαεστρία κάποιος για να φέρει εις πέρας το τραγουδιστικό κομμάτι του δίσκου, μιας και δε μιλήσαμε καθόλου για αυτό, την στιγμή που είναι ιεροψάλτης και με αφορμή την ερώτηση σας το γνωστοποιώ. Για να το πετύχω κατέβαλα μεγάλη προσπάθεια καθότι τα ερωτικά αυτά τραγούδια επουδενί έπρεπε να ειπωθούν με ύφος ιεροψαλτικό. Πιστεύω τελικά ότι το αποτέλεσμα με δικαιώνει».
– Τα μελλοντικά σου σχέδια.
«Τα ενθαρρυντικά μηνύματα που λαμβάνω καθημερινά, κυρίως αυτά που προέρχονται από ανθρώπους του χώρου με κάνουν να συνεχίσω τις ηχογραφήσεις. Αλλά και τα μηνύματα αποδοχής του κόσμου δε μου αφήνουν περιθώρια να σταματήσω εδώ . Έτσι ήδη έχω έτοιμο τον επόμενο δίσκο που αυτή τη φορά αφορά την βυζαντινή μουσική και όσον αφορά το μέλλον να περιμένετε και ένα δισκάκι με Μικρασιάτικα τραγούδια. Ό,τι αγαπάς αληθινά, δεν μπορείς να το αφήσεις. Οι “Παντοτινές μου Αγάπες” ήταν η αρχή. Η μουσική είναι μια από αυτές και θα υπάρξει συνέχεια…