Ωραίες αναμνήσεις

Ωραίες αναμνήσεις

Καιρό πολύ είχαμε ν’ απολαύσουμε αληθινή αυτοβιογραφία ή βιογραφία μια κι είναι της μόδας οι γαλβανισμένες με μπόλικο λιβάνι και ψέματα εμπορικές και παντελώς απέχουσες από την αλήθεια αναμνήσεις. Το χαρήκαμε με το βιβλίο του διεθνούς σολίστα της κλασικής κιθάρας Ευάγγελου Ασημακόπουλου: «Εξάχορδες αναμνήσεις. Φύρδην μίγδην απομνημονεύματα μιας καλλιτεχνικής διαδρομής» (από  την PANAS MUSIC, Παπαγρηγορίου-Νάκας). Το πλεονέκτημα της εργασίας έγκειται στο ότι εικονογραφείται χαρακτηριστικά ολόκληρη εποχή στο μουσικό όργανο, που κακά τα ψέματα οι πλείστοι ξέρουμε ή ασχολούμαστε με την λαϊκή συνοδευτική του παρουσία ή έστω την λεγόμενη ροκάδικη και όχι την εξαιρετικά σημαντική κλασική του εκδοχή. Ουδεμία έχουμε πρόθεση έστω κατ’ ελάχιστον να απαξιώσουμε, να χειροκροτήσουμε μονοπωλιακά την μια ή την άλλη μορφή της τέχνης του. Έκαστος στο είδος του…

Δεν νομίζουμε ότι είναι κυρίως θέμα παιδείας, όσο της πάμπλουτης παρακαταθήκης της λαϊκής μας μούσας. Ούτε είναι, όμως, τυχαίο ότι και η κλασική κιθάρα στην χώρα διαθέτει πολλούς, σχετικά με τον πληθυσμό, χαρισματικούς, διεθνούς ακτινοβολίας και προσφοράς παλιούς και νεώτερους σολίστες και δημιουργούς. Ένας σημαντικός λόγος, που γράφουμε «χαρήκαμε» το έργο είναι ότι μας ταξίδεψε σε αυτόν τον υπέροχο κόσμο έχοντας κάποια εξοικείωση κυρίως ως προέκταση του παιδιόθεν πάθους μας και για την λεγόμενη «κλασική μουσική». Φανταζόμαστε ότι θα κερδίσει άμεσα και κάποιον, που για πρώτη φορά θέλει να μάθει, να γνωρίσει, να έχει μέθεξη. Η κλασική κιθάρα έχει να πει καλλιτεχνικά και πολλά άλλα. Θα λέγαμε ότι κατά ένα τρόπο στα εγχώρια μουσικά πράγματα μπορεί να ακολουθεί, όπως είναι φυσικό, εντελώς διαφορετικό δρόμο από την «λαϊκή», αλλά ποτέ δεν έπαψαν τα αμοιβαία λοξοκοιτάγματα. Έτσι  τουλάχιστον το νοιώθουμε με την λατρεία μας στην καλή και εμπνευσμένη μουσική.

Η Σχολή  Δ.  Φάμπα στον “Παρνασσό” (1962). Από αριστερά: Ν. Μαυρουδής, Α. Μπούρας. Ν. Χαμηλοθώρης,  Δημ. Φάμπας, Σ. Γρηγοράκη, Κ. Μαργαριτόπουλος. Καθιστοί οι απόφοιτοι Λίζα  Ζωή, Ε. Ασημακόπουλος

Μιλήσαμε όχι τυχαία για μοδάτες, εμπορικές βιογραφίες, που οι πλείστες όσες είναι για τα σκουπίδια. Ξέρουν οι τακτικοί αναγνώστες μας πόσο μας βρίσκει αντίθετους το σάπιο φρούτο του πιάνω τον Δείνα διάσημο, γράφω πέντε μπούρδες τάχα ως δικές μου αναμνήσεις, στην πραγματικότητα τον χρησιμοποιώ για να προβάλλω, να βάλω στο κάδρο της δημοτικότητάς του την ασημαντότητά μου και κατόπιν παίρνω δηλώσεις από κάθε πικραμένο εμπορικό ψώνιο (πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι) να εκθειάσει με την σειρά του τον βιογραφούμενο, να κάνει και αυτός με την σειρά του μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τις αυτοβιογραφίες, και αυτές κατ’ ευφημισμόν.

Οι «Εξάχορδες αναμνήσεις» δεν κουρελιάζουν απλώς όλα τα ανωτέρω εμπορικά και άχρηστα αλλά βιογραφώντας εαυτόν και την σύζυγο και καλλιτεχνική σύντροφο στις ανά τον κόσμο περιοδείες και ρεσιτάλ, την Λίζα Ζώη, παρελαύνει γλαφυρά στις σελίδες του βιβλίου πανέμορφος μουσικός κόσμος. Δεν θα ήταν υπερβολή να σημειώσουμε ότι διαβάζοντας κανείς τις αναμνήσεις του Ε. Ασημακόπουλου, που δεν είναι τελικά φύρδην μίγδην, μάλλον ως σχήμα λόγου χρησιμοποιείται, μπαίνει καλά μέσα στο ιστορικό και λαογραφικό πεδίο της κλασικής κιθάρας, έστω σύμφωνα με αυτά, που αφηγείται ο ίδιος ή που έζησε επί σειρά δεκαετιών το πρώτο στην χώρα, από το 1965, ντουέτο κιθάρας. Είναι, άλλωστε, τόσα πολλά και πολυεδρικά τα καλλιτεχνικά βιώματα, οι τροχιές τους με συγκλονιστικές προσωπικότητες της κιθάρας, εν γένει της μουσικής, που σου προκαλεί μέγιστο ενδιαφέρον, άφατη περιέργεια να γνωρίσεις πρόσωπα και περιστατικά.

 Μαθητική συναυλία του Εθνικού Ωδείου στον κινηματογράφο   “Ηρώδειον” Νέας Χαλκηδόνας (1955).

Και έχει ομολογουμένως μια λιτή, απλή, μεστή και θα λέγαμε «παγωμένη» αφήγηση. Παραθέτει, δηλαδή, περιστατικά, δίχως περιττά αλατοπίπερα, δημοσιοσχετίστικες φιοριτούρες ή εμπάθειες. Δωρική ευστοχία. Διαθέτει, κατά την γνώμη μας, και μια υποδόρια αφέλεια, που διευκολύνει στην εξιστόρηση αλλά και δεν κουράζει τον αναγνώστη των 370 μεγάλων σελίδων, που ρέουν σαν πληθωρικό πλην αναγκαίο δελτίο ειδήσεων καλλιτεχνικών πεπραγμένων, διασταυρούμενων προσώπων, καταστάσεων στον κιθαριστικό κόσμο για πάνω από μισό αιώνα πάντα με άξονα το αντικείμενο του βιβλίου. Προσθέστε και την πληθωρική γνώση, που φέρνει στον αναγνώστη. Τί άλλο θέλετε να απολαύσετε μια διάσημη αυτοβιογραφία, που είναι αλήθεια ότι ξεφεύγει από τα τυπικά και ουσιαστικά της όρια και μάλλον είναι η πορεία της κλασικής κιθάρας στον κόσμο της μουσικής!

Θέλουμε να επιμείνουμε σε αυτά τα πλεονεκτήματα του βιβλίου από έναν καλλιτέχνη, που δεν έχει ειδικά συγγραφικά χαρίσματα, αλλά απλώς στην δύση του διηγούμενος την ζωή του θέλει να «μπάσει» και τον αναγνώστη στο ωραίο κόσμο του. Ας πούμε να το αφήσει να δει από το μισάνοιχτο παράθυρο. Ο τρόπος πάντα της αφήγησης είναι καθοριστικός. Από την ανοιξιάτικη μέρα του 1954, που ο Ευάγγελος Ασημακόπουλος χτυπά την πόρτα του δασκάλου Δημήτρη Φάμπα σε κερδίζει η αμεσότητα της διήγησης. Η λεπτομερής αφήγηση για τον Αντρέ Σεγκόβια μπορεί να είναι και πρωτογενές ιστορικό υλικό για την βιογραφία του ίδιου, έστω μέσα από τα μάτια των μαθητών του. Και δεν χαρίζεται λέει καθαρά τις απόψεις του χωρίς να «ξεσκονίζει» αλλά πάντα με χαρακτηριστική ευγένεια.

                     

                         Αριστερά: Λίζα Ζωή και Ε. Ασημακόπουλος με τον ρόλο Άντρες Σεγκόβια. Δεξιά σε ρεσιτάλ. 

Η γνώση δεν αφορά μόνο τον θρύλο της κλασικής κιθάρας. Είχαμε μελετήσει πολύ τόσο εξ αφορμής μουσικών ερευνών, όσο και από δημοσιογραφική περιέργεια, αλλά πάλι στην αφήγηση του Ε. Ασημακόπουλου συναντήσαμε άγνωστα μας βιογραφικά και άλλα στοιχεία ευρύτερου βεληνεκούς. Θέλουμε να πούμε εικόνες πέρα από το αλισβερίσι των ενδιαφερομένων. Άλλο παράδειγμα είναι η αφήγηση για το εξαιρετικό κιθαριστικό ντουέτο της Ίντας Πρέστι και του Αλέξανδρου Λαγκόγια. Πριν από χρόνια ψάχναμε για στοιχεία, μετά μας ξεστράτισε η δημοσιογραφική ρουτίνα και ξεχάστηκε το θέμα. Σταματάμε εδώ την απαρίθμηση των προσώπων για να μην στερήσουμε από τον αναγνώστη την έκπληξη, την απόλαυση,  την μέθεξη. Ετοιμάζοντας αυτόν τον καιρό αφιέρωμα στον Δημήτρη Φάμπα εισπράξαμε μια ακόμα συγκινητική αίσθηση διαβάζοντας ιδιαίτερα το κείμενο του Ε. Ασημακόπουλου με την ευκαιρία των 100 χρόνων από την γέννηση του δασκάλου του.

Το βιβλίο είναι πλημμυρισμένο με δεκάδες φωτογραφίες και άλλα ντοκουμέντα από την πορεία του πρώτου ντουέτου κιθάρας της χώρας, αλλά πιστεύουμε ότι τα πλείστα μπαίνουν σαν γραμματόσημα, που λέγαμε στις εφημερίδες, είναι πολύ μικρά, θα ήταν καλύτερο να επιλεγούν τα μισά ή τα 2/3 αυτών και να έβγαιναν σε μεγαλύτερο μέγεθος. Επίλογος: Χαρήκαμε αυτήν το βιβλίο και σας το προτείνουμε να το απολαύσετε με την σειρά σας πρωτίστως γιατί έχουμε να κάνουμε με μια όμορφη και πλούσια «βιογραφία» όχι του Ευάγγελου Ασημακόπουλου και της Λίζας Ζώη αλλά της ίδιας της κλασικής κιθάρας για μισό και κάτι αιώνα ανά τον κόσμο.